fbpx Σουδάν: 500 μέρες πολέμου σηματοδοτούν τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση της χώρας | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

Είστε εδώ

Σουδάν: 500 μέρες πολέμου σηματοδοτούν τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση της χώρας

Σουδάν, 27 Αυγούστου 2024 - Σήμερα συμπληρώνονται 500 ημέρες από τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση  που βιώνει το Σουδάν. Πρόκειται για μια ντροπιαστική στιγμή για τις διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις και τους δωρητές, οι οποίοι για πάνω από 16 μήνες απέτυχαν να ανταποκριθούν επαρκώς στις κλιμακούμενες ιατρικές ανάγκες της χώρας, από τον καταστροφικό υποσιτισμό των παιδιών έως τις εκτεταμένες επιδημίες ασθενειών. Οι ισχυροί περιορισμοί και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές έχουν περιορίσει δραστικά τη δυνατότητα, συμπεριλαμβανομένης της δικής μας, παροχής βοήθειας, αναφέρει η ανακοίνωση των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

© Finbarr O’Reilly/VII Photo

Οι μάχες μεταξύ των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (RSF) και των Σουδανικών Ενόπλων Δυνάμεων (SAF), που ξεκίνησαν από την πρωτεύουσα Χαρτούμ στις 15 Απριλίου 2023, μαίνονται σε πολλές περιοχές της χώρας, προκαλώντας μια άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κρίση στο Σουδάν. Η σύγκρουση έχει προκαλέσει τον θάνατο και τον τραυματισμό δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Μεταξύ Απριλίου 2023 και Ιουνίου 2024, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιέθαλψαν 11.985 τραυματίες πολέμου στα υποστηριζόμενα νοσοκομεία. Η βία έχει δημιουργήσει τη μεγαλύτερη κρίση εκτοπισμού στον κόσμο: πάνω από 10 εκατομμύρια άνθρωποι, ή ένας στους πέντε ανθρώπους στο Σουδάν, έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, πολλοί από αυτούς αρκετές φορές σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Ελλείψει πολιτικών λύσεων για την κρίση, ο υποσιτισμός αυξάνεται εν μέσω της αύξησης των τιμών των τροφίμων και της έλλειψης ανθρωπιστικών προμηθειών. Πέρα από την καταστροφική κατάσταση στον καταυλισμό Zamzam στο Βόρειο Νταρφούρ, τα κέντρα θεραπευτικής σίτισης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σε άλλες περιοχές του Νταρφούρ, όπως τις El Geneina, Nyala και Rokero, είναι γεμάτα από ασθενείς, ενώ το ίδιο ισχύει και για τους καταυλισμούς προσφύγων όπου δραστηριοποιούμαστε στο ανατολικό Τσαντ. Από την έναρξη του πολέμου μέχρι τον Ιούνιο του 2024, έχουμε περιθάλψει 34.751 παιδιά με οξύ υποσιτισμό στο Σουδάν.

«Σήμερα παιδιά πεθαίνουν από υποσιτισμό σε όλο το Σουδάν. Η βοήθεια που χρειάζονται επειγόντως μόλις και μετά βίας φτάνει και, όταν φτάσει, συχνά εμποδίζεται», λέει ο Tuna Turkmen, συντονιστής επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Νταρφούρ. «Τον Ιούλιο, για παράδειγμα, φορτηγά με προμήθειες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα σε δύο διαφορετικές τοποθεσίες στο Νταρφούρ εμποδίστηκαν να φτάσουν στον προορισμό τους. Δύο φορτηγά κρατήθηκαν από τις RSF και ένα κατασχέθηκε από άγνωστους ενόπλους».

Η κατάσταση είναι επίσης δύσκολη στο ανατολικό και κεντρικό Σουδάν. «Στο νότιο Χαρτούμ, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εμποδίζονται να μεταφέρουν ιατρικές προμήθειες και διεθνές προσωπικό στα νοσοκομεία εδώ και πολλούς μήνες. Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να παρέχουμε την ιατρική περίθαλψη που χρειάζονται οι ασθενείς μας, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής φροντίδας και της επείγουσας περίθαλψης», δήλωσε η Claire San Filippo, συντονίστρια επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Σουδάν.

Πέρα από τα ανθρωπογενή εμπόδια που επιβλήθηκαν ή έγιναν ανεκτά από τα εμπόλεμα μέρη, συμπεριλαμβανομένης της ανομίας, της ανασφάλειας, των γραφειοκρατικών εμποδίων και τις καθυστερήσεις ή αρνήσεις αδειών πρόσβασης στους πληγέντες πληθυσμούς που επιβράδυναν σημαντικά την ανθρωπιστική ανταπόκριση, τώρα και τα φυσικά εμπόδια δυσχεραίνουν τις μετακινήσεις του ανθρωπιστικού προσωπικού και των προμηθειών.

Η περίοδος των βροχών, ένα ετήσιο φαινόμενο που επιδεινώνει τις ανάγκες και περιπλέκει τις μετακινήσεις, βρίσκεται στο αποκορύφωμά της. Οι έντονες βροχοπτώσεις έχουν πλημμυρίσει σημεία διέλευσης και έχουν παρασύρει σημαντικούς δρόμους και γέφυρες. Με την κατάρρευση της γέφυρας Mornei στο Δυτικό Νταρφούρ, της μόνης οδού ζωής που συνδέει το Κεντρικό και Νότιο Νταρφούρ με το Τσαντ, απ' όπου φτάνουν οι προμήθειες, εκατομμύρια άνθρωποι δεν θα μπορέσουν να λάβουν τη βοήθεια που έρχεται οδικώς.

Βλέπουμε ήδη μια αύξηση των κρουσμάτων ελονοσίας και των ασθενειών που μεταδίδονται από το νερό, με επιδημίες χολέρας να έχουν πλέον κηρυχθεί σε τουλάχιστον τρεις πολιτείες. Η απειλή των ασθενειών που μπορούν να προληφθούν με εμβόλια μεταξύ των παιδιών, όπως η ιλαρά, ελλοχεύει, ενώ ο πόλεμος αναστέλλει τις εκστρατείες εμβολιασμού.

Εν τω μεταξύ, η σύγκρουση έχει θέσει εκτός λειτουργίας σχεδόν το 80% των δομών υγείας, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, παραλύοντας ένα ήδη προβληματικό σύστημα υγείας. Μόνο στο El Fasher, οι δομές που υποστηρίζονται από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα δέχθηκαν 12 επιθέσεις και μόνο ένα δημόσιο νοσοκομείο παραμένει μερικώς λειτουργικό με τη δυνατότητα πραγματοποίησης χειρουργικών επεμβάσεων από τότε που κλιμακώθηκαν οι μάχες στην πόλη τον Μάιο.

Πιο πρόσφατα, στις 22 Αυγούστου, γύρω στις 4:40 π.μ., βομβαρδισμός έπληξε το σπίτι που φιλοξενούσε μέρος της ομάδας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα που εργαζόταν στο El Fasher και στο Zamzam. Ευτυχώς, οι ζημιές ήταν μόνο υλικές και κανείς από τους ενοίκους του σπιτιού δεν τραυματίστηκε. Αυτό αποτελεί το 84ο βίαιο περιστατικό κατά του προσωπικού, των οχημάτων και των εγκαταστάσεων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Σουδάν από την έναρξη αυτής της σύγκρουσης, η οποία χαρακτηρίζεται από κραυγαλέα αδιαφορία για την προστασία των αμάχων, καθώς και του υγειονομικού προσωπικού και των εγκαταστάσεων.

Η κατάσταση δεν είναι πολύ καλύτερη στις γειτονικές χώρες, όπου περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αναζητήσει καταφύγιο, συχνά αποχωριζόμενοι τα αγαπημένα τους πρόσωπα. «Ο σύζυγός μου αγνοείται εδώ και πάνω από έναν χρόνο και δεν ξέρω πού βρίσκεται», λέει η Um Adel, μια γυναίκα στο Metche, έναν καταυλισμό στο ανατολικό Τσαντ. «[Ο γιος μου] Khalid ήταν μια χαρά, μέχρι που το φαγητό άρχισε να μειώνεται. Μετά από μία ή δύο ημέρες που δεν έτρωγε καλά, ανέβασε υψηλό πυρετό. Δεν αισθάνομαι άνετα εδώ και η κατάσταση δεν είναι καλή, θέλω να επιστρέψω στο Σουδάν».

Τα εμπόλεμα μέρη και τα κράτη μέλη που ασκούν επιρροή πάνω τους πρέπει να διασφαλίσουν την προστασία των αμάχων, του υγειονομικού προσωπικού και των ιατρικών εγκαταστάσεων. Οι υπεύθυνες αρχές και στις δύο πλευρές της σύγκρουσης πρέπει να απλοποιήσουν τις διαδικασίες χορήγησης αδειών για τις μετακινήσεις και το προσωπικό ανθρωπιστικής βοήθειας μέσω όλων των διαθέσιμων οδών πέρα από τα σύνορα, τα κράτη και τις γραμμές του μετώπου και να παρέχουν άμεση ανταπόκριση. Και τα Ηνωμένα Έθνη, οι αρμόδιοι οργανισμοί και οποιοσδήποτε έχει τη δύναμη να βοηθήσει πρέπει να εφαρμόσουν όλα τα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι διαθέσιμες οδοί πρόσβασης χρησιμοποιούνται στο μέγιστο βαθμό.

«Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα προσπαθούν να καλύψουν ορισμένα από τα κενά. Σε πολλά μέρη που εργαζόμαστε είμαστε ο μόνος διεθνής οργανισμός που δραστηριοποιείται, αλλά δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μόνοι μας αυτή την τεράστια κρίση. Παλεύουμε επίσης να φέρουμε προμήθειες και προσωπικό στα προγράμματά μας. Παράλληλα με την πρόσβαση, είναι επίσης απαραίτητη η εξασφάλιση βιώσιμης χρηματοδότησης των οργανισμών του ΟΗΕ, καθώς και των τοπικών οργανώσεων, οι οποίοι σηκώνουν το κύριο βάρος αυτής της ανταπόκρισης» λέει η Esperanza Santos, συντονίστρια επείγουσας παρέμβασης των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Πορτ Σουδάν. «Μια ουσιαστική ανταπόκριση με τη βοήθεια να φτάνει στους ανθρώπους που τη χρειάζονται περισσότερο πρέπει να ξεκινήσει τώρα. Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο».

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι ένας από τους λίγους διεθνείς οργανισμούς που εργάζονται και στις δύο πλευρές της σύγκρουσης στο Σουδάν. Σήμερα διαχειρίζονται και υποστηρίζουν ιατρικά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 20 κλινικών πρωτοβάθμιας υγειονομικής περίθαλψης και νοσοκομείων σε 8 από τις 18 πολιτείες του Σουδάν. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα απασχολούν 926 Σουδανούς και 118 διεθνείς εργαζομένους και υποστηρίζουν 1.092 υπαλλήλους του Υπουργείου Υγείας.