fbpx Νότιο Σουδάν: Δύσκολη η επιστροφή στην ειρήνη | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

  • English
  • Ελληνικά

Είστε εδώ

Νότιο Σουδάν: Δύσκολη η επιστροφή στην ειρήνη

© L. S. Nygaard

Καθώς οι πρόσφυγες και οι εσωτερικά εκτοπισμένοι επιστρέφουν μαζικά στα σπίτια τους, οι ανθρωπιστικές ανάγκες στο Νότιο Σουδάν παραμένουν τεράστιες. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα (ΓΧΣ) ανέλαβαν τη λειτουργία ενός νοσοκομείου που είχε καταστραφεί στην πόλη Μπορ για να αντιμετωπίσουν τις ιατρικές ανάγκες ενός ολοένα και αυξανόμενου πληθυσμού. 

Ο ήχος των τυμπάνων και το τραγούδι που βγαίνει από εκατοντάδες φωνές πλανώνται στον αέρα δίπλα από τις όχθες του Λευκού Νείλου. Μία μεγάλη βάρκα μετέφερε 311 Σουδανούς πρόσφυγες και εκτοπισμένους από το ποτάμι μέχρι την πόλη Μπορ. Επιστρέφουν επιτέλους στα σπίτια τους. Για μερικούς από αυτούς έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια από την τελευταία φορά που βρίσκονταν εδώ.    

Για δεκαετίες, το Σουδάν ήταν μία χώρα που βρισκόταν σε πόλεμο με τον εαυτό της. Οι συγκρούσεις ακόμα μαίνονται στη δυτική περιοχή του Νταρφούρ, αλλά ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στην κυβέρνηση στο βορρά και στους αντάρτες στο νότο έχει σταματήσει επίσημα με την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας τον Ιανουάριο του 2005.

Η πόλη Μπορ στην νότια επαρχία Τζόνγκλεϊ, αποτέλεσε το λίκνο της εξέγερσης ενάντια στην κυβέρνηση του Χαρτούμ. Είναι η πόλη από όπου κατάγεται ο αποθανών Τζον Γκάρανγκ, ο άνθρωπος που ηγήθηκε του Απελευθερωτικού Κινήματος του Λαού του Σουδάν κατά τη διάρκεια του πολέμου.  

Αναγκασμένοι σε φυγή

Όπως και οι άλλες μεγάλες πόλεις στο Νότιο Σουδάν, το Μπορ ήταν μία πόλη-οχυρό που ελεγχόταν από την κυβέρνηση για περισσότερο από μία δεκαετία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Όπως και σε πολλές άλλες περιοχές στο Νότιο Σουδάν, χιλιάδες άνθρωποι τράπηκαν σε φυγή. Ο πληθυσμός του Μπορ συρρικνώθηκε από τους 85.000 στους 2.000 κατοίκους. Πολλοί κάτοικοι αναζήτησαν καταφύγιο σε γειτονικές χώρες όπως η Κένυα και η Ουγκάντα. Άλλοι παρέμειναν εκτοπισμένοι μέσα στο Σουδάν.    

Τώρα που επανήλθε η ειρήνη, οι πρόσφυγες και οι εσωτερικά εκτοπισμένοι επιστρέφουν στα σπίτια τους. Το Μπορ αυτή τη στιγμή αριθμεί 47.000 κατοίκους και επανανακτά ένα κεντρικό ρόλο σε αυτό το νέο περιβάλλον όπου τα σύνορα έχουν ξανανοίξει. Επίσης, η πόλη αποτελεί σημαντικό σταθμό για όσους επιστρέφουν στα χωριά τους σε άλλες περιοχές του Νότιου Σουδάν.     

Ένας καταυλισμός έχει στηθεί δίπλα στις όχθες του Λευκού Νείλου για να φιλοξενήσει προσωρινά αυτούς τους ανθρώπους. Καθώς οι πρόσφυγες αποβιβάζονται από το πλοιάριο, οι κάτοικοι του καταυλισμού και της πόλης του Μπορ τούς υποδέχονται θερμά.

Ξεκινώντας από την αρχή

Οι πρόσφυγες μπορεί να γυρίζουν στα σπίτια τους, αλλά δυστυχώς επιστρέφουν σε μία χώρα που αντιμετωπίζει τεράστιες ανθρωπιστικές ανάγκες. Όσον αφορά την ιατρική περίθαλψη, τη γεωργία, τη στέγαση και την ασφάλεια, η κατάσταση είναι εξαιρετικά επισφαλής.  

«Επιστρέφουν σε περιοχές οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις είναι εντελώς κατεστραμμένες», λέει ο πρώην επικεφαλής αποστολής των ΓΧΣ, Ντέιβιντ Βέλντεμαν. «Χρειάζεται πολύ κουράγιο για να επιστρέψει κανείς σε αυτές τις περιοχές. Οι άνθρωποι που γυρίζουν πίσω ξεκινούν τη ζωή τους από το μηδέν».

Εξαιτίας του πολέμου οι συνθήκες υγιεινής στο Μπορ είναι πολύ άσχημες. Η κύρια πηγή νερού για τον πληθυσμό είναι ο μολυσμένος Λευκός Νείλος, όπου οι κάτοικοι πίνουν νερό, πλένονται και πλένουν τα ρούχα τους. Οι συνθήκες είναι ιδανικές για την εξάπλωση επιδημιών, ειδικά αφού στην περιοχή υπάρχουν και άνθρωποι που ταξιδεύουν.

Την άνοιξη που πέρασε, ξέσπασε στην πόλη μία επιδημία χολέρας.
Το Κέντρο Θεραπείας της Χολέρας αποτελούνταν από ένα μικρό καταυλισμό από σκηνές, που ήταν περικυκλωμένο από ένα πλαστικό πορτοκαλί φράχτη. Όσοι έμπαιναν ή έβγαιναν από τον καταυλισμό έπρεπε να πλύνουν τα χέρια και τις σόλες των παπουτσιών τους με ένα διάλυμα χλωρίου προκειμένου να μην εξαπλωθεί η ασθένεια.
Εξαιτίας της ανυπόφορης ζέστης, οι ασθενείς βρίσκονταν έξω από τις σκηνές κάτω από τη σκιά ενός δέντρου. Δίπλα από κάθε κρεβάτι υπήρχε ένας κουβάς για τον εμετό και από κάτω, ένας κουβάς για τη διάρροια. Κάποιοι ασθενείς λάμβαναν ενδοφλέβιο ορό, που κρεμόταν από τα κλαδιά του δέντρου. 

Ο Μάντεϊ Φράνσες ήταν ένας από τους ασθενείς αυτούς. Το 11άμηνο αγόρι είχε διάρροια και ήταν σοβαρά αφυδατωμένο. Η Ράκελ Λούντβικσεν, νοσηλεύτρια, θυμάται: «Είχε χάσει πολλά υγρά. Ακόμα και τα μάτια του ήταν εντελώς στεγνά. Υποψιαζόμουν ότι είχε χολέρα».  

Η θεραπεία που αποτελείται από τη χορήγηση ενός ενυδατικού διαλύματος με ζάχαρη και αλάτι, είναι πολύ αποτελεσματική και δείχνει γρήγορα αποτελέσματα. Ύστερα από τρεις μέρες θεραπείας, ο Μάντεϊ Φράνσες έλαβε υγρά και έγινε καλά. Η μητέρα του μπορούσε να τον πάρει σπίτι. 

Κατεστραμμένες ιατρικές δομές

Ακριβώς δίπλα στο Κέντρο Θεραπείας της Χολέρας των ΓΧΣ βρίσκεται το Γενικό Νοσοκομείο του Μπορ, ή τουλάχιστον ό,τι έχει απομείνει από αυτό. Ένας σεισμός κατάστρεψε ένα μεγάλο μέρος του κτιρίου το 1971. Παρά τις συγκρούσεις που μαίνονταν στην περιοχή για δύο δεκαετίες, οι Σουδανοί εργαζόμενοι υγείας κράτησαν σε λειτουργία το νοσοκομείο. Ωστόσο η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού και όλων των απαραίτητων πόρων έχει κάνει τη δουλειά τους εξαιρετικά δύσκολη.  

«Όταν έφτασα για πρώτη φορά εδώ, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι αυτό ήταν νοσοκομείο», λέει ο τεχνικός συντονιστής των ΓΧΣ, Τζον Μούλα. Τώρα είναι υπεύθυνος για την αποκατάσταση του κτιρίου. Το νοσοκομείο σήμερα έχει αποκτήσει ηλεκτρικό και πρόσβαση σε καθαρό νερό, που αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση των ιατρικών αναγκών του πληθυσμού του Μπορ.

Οι ΓΧΣ αναλαμβάνουν τη λειτουργία του Γενικού Νοσοκομείου του Μπορ και ο αριθμός των ασθενών συνεχώς αυξάνεται. Τώρα που η πόλη έχει ξανανοίξει τις πύλες της και οι άνθρωποι μπορούν να κινούνται ελεύθερα, το νοσοκομείο έχει αρχίσει να παίζει κεντρικό ρόλο, κυρίως για την υποστήριξη των μικρότερων γειτονικών ιατρικών δομών. Ανάμεσα στις τελευταίες εισαγωγές ασθενών υπήρχε μία έγκυος γυναίκα που απέβαλε, αρκετά παιδιά με ελονοσία, και εννιά στρατιώτες που τραυματίστηκαν από πυροβολισμούς.