fbpx Δεύτερο ημερολόγιο από το Νταρφούρ: Δρ. Πάουλα Φαρίας: «Ακούω και ιδρώνω από όλους μου τους πόρους» | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

  • English
  • Ελληνικά

Είστε εδώ

Δεύτερο ημερολόγιο από το Νταρφούρ: Δρ. Πάουλα Φαρίας: «Ακούω και ιδρώνω από όλους μου τους πόρους»

Η δρ.Πάουλα Φαρίας είναι γιατρός που εργάζεται για τους ΓΧΣ στο Νταρφούρ,εκτελώντας διερευνητικές αποστολές για μελλοντικές δραστηριότητες.Έγραψε αυτό το ημερολόγιο από τις 4 έως τις 16 Ιουλίου.

Παρασκευή, 4 Ιουλίου

Το μονοκινητήριο αεροπλάνο πουμας μεταφέρει, πλησιάζει στο Αλ Φάσερ, πρωτεύουσα της πολιτείας ΒόρειοΝταρφούρ. Πετάει πάνω από μια έρημο σπαρμένη με καμένα χωριά που απόπάνω μοιάζουν σαν ένα παζλ που δεν έχει ολοκληρωθεί. Γεωμετρικά σχήματαπου κάποτε ήταν τοίχοι και σπίτια, σήμερα έχουν μετατραπεί σε χωριάφαντάσματα.

Οι κατασκευές που ήταν κρυμμένες κάτω από αχυρένιεςστέγες, τώρα φαίνονται καθαρά. Και δεν θα υπάρχει αρκετό άχυροδιαθέσιμο μέχρι τουλάχιστον το επόμενο φθινόπωρο για να επισκευαστούντα κτίρια, άρα είναι πιθανό κανείς να μην επιστρέψει μέχρι τότε, ακόμηκαι εάν επικρατήσει ειρήνη. Στην έρημο δεν μπορεί κανείς να επιζήσειχωρίς μια στέγη να τον προστατεύει από τον καυτό ήλιο.

Τελικάστον ορίζοντα εμφανίζεται το Αλ Φάσερ, και ο καταυλισμός εκτοπισμένωνΑμπού-Σουκ είναι σαν θάλασσα από γαλάζια και λευκά φύλλα πλαστικού,όπου συνωστίζεται ένα πλήθος 40.000 ανθρώπων που προσπαθούν να ξεφύγουναπό το φόβο τους.

Το αεροπλάνο αρχίζει την κάθοδό του στη γεμάτη άμμο πόλη. Κάτω μας περιμένει ένας κόσμος φτιαγμένος από ήλιο και αέρα.

Σάββατο, 5 Ιουλίου

Ταξιδεύουμεβόρεια, σε περιοχές για τις οποίες τίποτε δεν έχει ακουστεί τουςτελευταίους μήνες και όπου μπορεί ακόμη να υπάρχουν άνθρωποι. Περνάμεόλη την ημέρα κάτω από τον καυτό ήλιο.

Στο δρόμο συναντάμε μιαομάδα γυναικών που πηγαίνουν στην αγορά με τα γαϊδούρια τουςκουβαλώντας άχυρα, απλά άχυρα, καθώς το ταξίδι με κάτι πιο πολύτιμομπορεί εύκολα να σε μετατρέψει σε λεία για τους ληστές. Αυτός είναι ολόγος που επί μήνες τώρα δεν έχουν μεταφέρει ζώα ή σιτηρά στην αγορά.Τίποτε άλλο εκτός από άχυρα.

Χρειάζονται πάνω από έξι μέρες γιανα τα μαζέψουν και η αξία τους είναι μόλις μερικά δηνάρια. Εδώ υπάρχειπόλεμος, που τα κάνει όλα δύσκολα. Και γιατί οι γυναίκες κάνουν αυτήντη δουλειά μόνες τους; Γιατί εδώ οι γυναίκες δεν κάνουν λαθρεμπόριο,αυτό είναι δουλειά των αντρών. Και γιατί οι άντρες δεν μπορούν να πάνεστην αγορά. Θα τους κατηγορούσαν ότι παίρνουν το μέρος του εχθρού.Όποιος σε πιάσει, πάντα σε κατηγορεί ότι είσαι με το μέρος της άλληςεμπόλεμης πλευράς. Γι' αυτό ο δρόμος είναι γεμάτος από γυναίκες πουταξιδεύουν μόνες, μόνο με μερικά δεμάτια άχυρα πάνω στα γαϊδούρια τους,γεγονός που ελάχιστα τις προστατεύει από επιθέσεις ή από το αίσθημα τηςτρωτότητας στη μέση της αμμώδους ερήμου.

Το μεσημέρι έχουμεραντεβού με κάποιους αντάρτες για να διαπραγματευτούμε άδειες που θαμας επιτρέψουν να περάσουμε περιοχή εκτεθειμένη και τρωτή στις ενέδρες.Θα πρέπει να σφίξουμε τις καρδιές μας σε αυτήν τη συνάντηση.

Φτάνουνμε ένα Range Rover , κλεμμένο πριν από λίγες ημέρες από μια βρετανικήμη κυβερνητική οργάνωση που δεν γνώριζε ή αρνήθηκε να αναγνωρίσει τουςκινδύνους στο δρόμο. Η μαύρη μπογιά με δυσκολία καλύπτει το λογότυποτων απερίσκεπτων.

Ο επικεφαλής της ομάδας, ένας άντρας γύρω σταπενήντα, με γκρίζα γένια και κομψή στάση, χαμογελάει. Κι εγώαναρωτιέμαι γιατί οι αντάρτες έχουν πάντα χαμογελαστά πρόσωπα. Η τέλειααγγλική προφορά του και η αριστοκρατική του συμπεριφορά δίνουν μιααναχρονιστική αίσθηση που μας μπερδεύει όλους. Δεν υπάρχει πρόβλημα, θαμας επιτρέψουν να περάσουμε, ωστόσο, λέει, κατά πάσα πιθανότητα δεν θαβρούμε κανέναν στα χωριά, καθώς όλα κάηκαν πριν από μερικούς μήνες. Οιάνθρωποι βρίσκονται στα «γουάντις», στις ξερές κοίτες των ποταμών, όπουυπάρχουν μερικοί φοίνικες και είναι κάπως πιο εύκολο να βρει κανείςνερό. Τον ευχαριστούμε για τις πληροφορίες και ξεκινάμε για ταγουάντις.

Όταν φτάνουμε στο πρώτο γουάντι, αποδεικνύεται ότι οδιοικητής είχε δίκιο. Κανείς δεν θέλει να επιστρέψει στα χωριά. ΟιΤζαντζαγουίντ εξακολουθούν να επιτίθενται και οι άνθρωποι αισθάνονταιπιο ασφαλείς στο γουάντι. Η υπόλοιπη μέρα περνάει έτσι.

Τρίτη, 6 Ιουλίου

Απ'ό,τι φαίνεται, η έρημος αρχίζει να καλύπτεται με πράσινο μετά τιςβροχές, πράγμα που είναι ακόμη δύσκολο να πιστέψει κανείς. Όπως και να‘χει, ο ήλιος ανατέλλει στο Χαρτούμ και εκεί δεν έβρεξε, οπότε η έρημοςθα συνεχίζει να είναι κίτρινη και ώχρα, γεμάτη με φως και άμμο.

Ταξιδεύουμεανάμεσα από νεκρά ζώα σε όλο το δρόμο - «Τα σκότωσαν οι Τζαντζαγουίντ;»ρωτάω. «Όχι, όχι, η βροχή», είναι η απάντηση.

Η βροχή; Οιπρώτες βροχές πέφτουν πάνω στα ζωντανά, τα οποία, χωρίς δυνάμεις μετάαπό μια ολόκληρη άνυδρη περίοδο, πεθαίνουν επειδή δεν μπορούν να ταβγάλουν πέρα με το κρύο της νύχτας. Ακούω την εξήγηση ενώ ιδρώνω απόόλους μου τους πόρους.

Στο επόμενο χωριό βρίσκουμε ένα κοπάδι,όλα τα ζώα νεκρά και καμένα. «Η βροχή;» ρωτάω. Γελάνε. «Όχι, φυσικάόχι, τώρα ήταν οι Τζαντζαγουίντ.» Απ' ό,τι φαίνεται δεν κατανοώ ταμοτίβα που κυριαρχούν σε αυτόν τον τόπο.

Πέμπτη, 8 Ιουλίου

Βγαίνουμεγια μια ακόμη αναζήτηση. Στο σακίδιό μου υπάρχουν τώρα τρία μπουκάλιανερό. Εχθές δεν είχα αρκετό νερό και η ζέστη απαιτούσε περισσότερο.Επίσης, έχω λίγο τυρί που έφερε κάποιος από το Χαρτούμ, καθώς τελικάόλα τα ταξίδια διαρκούν περισσότερο απ' ό,τι περίμενε κανείς.

Περνάμετο Ελ Ντουρ. Στις παρυφές του χωριού υπάρχει ένα στρατόπεδο. Απ' ό,τιφαίνεται ο στρατός στάλθηκε στην περιοχή για να καταπολεμήσει τουςαντάρτες και να προστατεύσει τους αμάχους από τους Τζαντζαγουίντ. Ηαλήθεια είναι ότι το πρόγραμμα για να πάει κανείς στην πηγή για νερόχρειάστηκε να καθοριστεί έτσι ώστε να είναι διαφορετικές οι ώρες γιατις γυναίκες και τους στρατιώτες, μήπως και οι τελευταίοιπαρααισθανθούν «προστατευτικοί» - που λέει ο λόγος.

Λίγαχιλιόμετρα πιο πέρα, υπάρχει ένα γουάντι γεμάτο ανθρώπους που δεν έχουνλάβει τρόφιμα ή υποστήριξη εδώ και μήνες. Το χωριό, στην κορυφή τουλόφου, είναι φυσικά καμένο, όπως και τόσα άλλα. Κάθομαι κάτω από μιαακακία και σύντομα έρχεται κοντά μου μια ομάδα περίεργων γυναικών.Αρπάζω την ευκαιρία να κάνω μερικές ερωτήσεις. Τις ίδιες, συνηθισμένεςερωτήσεις: Υπάρχουν υποσιτισμένα παιδιά; Υπήρξαν περισσότεροι θάνατοιτους τελευταίους μήνες απ' ό,τι συνήθως; Υπάρχει ελονοσία; κ.λπ. Απ'ό,τι δείχνει, τίποτε δεν λειτουργεί. Δεν έχουν τρόφιμα, τα παιδιάπεθαίνουν από διάρροια και ελονοσία, καθώς και από ιλαρά, οιΤζαντζαγουίντ επιτίθενται μερικές φορές την εβδομάδα.

Κι εγώτολμώ με αφέλεια να ρωτήσω γιατί δεν πήγαν στο Ελ Ντουρ, όπου υπάρχειένα κέντρο υγείας και μια μονάδα του στρατού και θα είναι ασφαλέστεροι.Με κοιτούν σιωπηλά.

Κυριακή, 10 Ιουλίου

Μαςξυπνούν πυροβολισμοί και ένα «χαμπούμπ», μια ανεμοθύελλα. Ο ορίζονταςεξαφανίζεται και κτίρια και αυτοκίνητα χάνουν το περίγραμμά τους ενώολόκληρος ο κόσμος μετατρέπεται σε άμμο που τυφλώνει. Ο άνθρωπος πουφυλάει σκοπιά πίσω από ένα βράχο δεν ξέρει εάν είσαι φίλος ή εχθρός -ήκάτι ενδιάμεσο, όπως εμείς- κι έτσι εύκολα μπορεί να τα χάσει και νααναγκαστεί να τραβήξει τη σκανδάλη με νευρικό δάκτυλο. Το ταξίδι κάτωαπό τέτοιες συνθήκες είναι επίσης επικίνδυνο, όπως επικίνδυνο είναι καιγι' αυτούς που ταξιδεύουν με τα πόδια ή για τη γυναίκα με το γαϊδούρι,που κουβαλάει άχυρα.

Κατά την άφιξή μας το Αμπντέλ Σακόρ, μαςκαλωσορίζει ένα νεκροταφείο - μια χούφτα πέτρες που σηματοδοτούν τιςσορούς. Κάποιος λέει, «Φρέσκοι τάφοι, ζεστές στάχτες». Απ' ό,τιφαίνεται, το χωριό δέχθηκε επίθεση πριν από μερικές ημέρες. Μια γυναίκαεξηγεί τι έγινε. Ελικόπτερα κατέφθασαν βροντώντας από τον ουρανό καιΤζαντζαγουίντ πάνω σε άλογα έκαιγαν και έσφαζαν. Ο άντρας της και δύοπαιδιά της σκοτώθηκαν. Έχει δύο ακόμη παιδιά αλλά δεν μπορεί να φύγειγιατί ο γάιδαρός τους σκοτώθηκε επίσης. Κρύβει το φόβο της καιπεριμένει. Της προσφέρω μερικούς χουρμάδες ενώ εξετάζω ένα μωρό πουγεννήθηκε εχθές, διπλωμένο σε ένα βαμβακερό ύφασμα, που μου δείχνει μιαγυναίκα. Και ξέρω ότι δεν θα έπρεπε να το πω, αλλά εμένα μου μοιάζειήδη με μαχητή των ανταρτών.

Από μακριά ακούγεται ένα ελικόπτεροκαι όλοι τρέχουν να κρυφτούν για να σωθούν. Το ελικόπτερο μαςπροσπερνάει. Ίσως η παρουσία διεθνών οχημάτων να τους έκανε να αλλάξουνσχέδια. Ίσως έκαναν μόνο παρέλαση. Όπως και να ‘χει, το παιδί με τοπρόσωπο του αντάρτη αρχίζει να κλαίει.

Όταν είμαστε έτοιμοι ναφύγουμε, μια άλλη γυναίκα φέρνει ένα παιδί με τραύμα από σφαίρα στοπόδι. Είναι μολυσμένο. Συνέβη πριν από λίγες ημέρες, λένε, δείχνονταςστον ουρανό, ίσως για να εξηγήσουν σχετικά με τα ελικόπτερα. Δεν ξέρωτι να της πω. Βάζουμε το παιδί και τη μητέρα στο αυτοκίνητο για να τουςπάρουμε μαζί μας στην πόλη. Ο πατέρας, φυσικά, δεν έρχεται. Δεν θέλεινα κατηγορηθεί ότι παίρνει το μέρος του εχθρού.

Όταν γυρνάμεπίσω στο Χαρτούμ, η αμμοθύελλα έχει κοπάσει και αρχίζει το ψιλόβροχο.Ίσως αύριο η έρημος να είναι πράγματι πράσινη.

Τετάρτη, 14 Ιουλίου

Πίσωαπό το λόφο Αφχάρα βρίσκεται ένα πεδίο ασκήσεων μίας από τις εμπόλεμεςπλευρές. Κάποιος από εκεί μας ψάχνει. Κάποιος τραυματίστηκε και μαςλένε να τους ακολουθήσουμε. Ο πολεμιστής τυχαίνει να είναι ένα 12χρονοαγόρι που τραυματίστηκε κατά την εκπαίδευση. Καθώς έπαιζε το παιχνίδιτου πολέμου, το όπλο του εκπυρσοκρότησε. Δεν ήξερε ότι ο πόλεμος δενείναι παιχνίδι. Ίσως κανείς να μην το είχε εξηγήσει πριν.

Παρασκευή, 16 Ιουλίου

Ανοίξαμεένα διατροφικό κέντρο στο Ζαμ Ζαμ, έναν καταυλισμό νότια του Αλ Φάσερ,όπου ζουν 15.000 εκτοπισμένοι. Σε λίγες μόλις ημέρες το κέντρο γέμισε.Μαζεύτηκαν εκατοντάδες μικροσκοπικά παιδιά που χρειάζονται νερό, γάλακαι φάρμακα για να ξεπεράσουν την ατυχία τους.

Ένα τάγμαΣουδανέζων νοσηλευτών μας βοηθά με επιμέλεια να τα μετρήσουμε, να ταζυγίσουμε και να τους δώσουμε φάρμακα. Ωστόσο, ο αριθμός τους αυξάνεταιμέρα με την ημέρα. Η σοδειά χάθηκε καθώς οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν νατην μαζέψουν εξαιτίας των επιθέσεων, και τώρα η μόνη τους ελπίδα νααποκτήσουν τρόφιμα είναι μέσω των διανομών που πραγματοποιούνται από τοΠαγκόσμιο Πρόγραμμα Επισιτισμού. Έχουν ακόμη μπροστά τους έναν ολόκληροχρόνο αναμονής και εξάρτησης από την εξωτερική βοήθεια.

Ο ήλιοςδύει στο Ζαμ Ζαμ και οι φόβοι μας αυξάνονται. Τσάι, «σίσα» (ένα είδοςναργιλέ), ψιθυριστές κουβέντες και ντόπιες διάλεκτοι που ηχούν σαννανούρισμα μέσα στην άναστρη νύχτα. Και η νύχτα πέφτει πάνω από το ΖαμΖαμ, το οποίο περιμένει πολλά πράγματα, και ανάμεσα σε αυτά ότι τοαύριο θα φέρει πάλι βροχή για να καλύψει την έρημο με πράσινο, έστω καιγια λίγο.