fbpx Μπαγκλαντές: «Φοβάμαι να επιστρέψω στο σπίτι μου, δεν ξέρω τι να κάνω» | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

Είστε εδώ

Μπαγκλαντές: «Φοβάμαι να επιστρέψω στο σπίτι μου, δεν ξέρω τι να κάνω»

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 22ας Οκτωβρίου, μια ομάδα ενόπλων επιτέθηκε σε κατοίκους ενός καταυλισμού Rohingya.

Yusuf Sayman

Εκτός από 26 τραυματίες, τρεις σωροί μεταφέρθηκαν στις δομές  των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, και ένας ασθενής πέθανε λίγο μετά την εισαγωγή του. Σύμφωνα με τις τοπικές αρχές, επτά άτομα έχασαν τη ζωή τους συνολικά. Οι δράστες φαίνεται ότι ανήκαν σε ένοπλη ομάδα η οποία δρούσε μέσα στους καταυλισμούς. Αυτό το νέο γεγονός έχει αυξήσει τον φόβο όλων των προσφύγων που ζουν στην περιοχή.

«Άκουσα πολύ θόρυβο και πυροβολισμούς, οπότε πήγα στο σχολείο για να πάρω τα αδέλφια μου και να τα πάω σπίτι. Είναι μόνο οκτώ και εννέα ετών και εκεί δεν ήταν ασφαλή. Καθώς γυρίζαμε σπίτι, μια ομάδα ανθρώπων μας επιτέθηκε με ξύλα, μαχαίρια και όπλα.» Ο Awas, 20 ετών, θυμάται το πρωινό της επίθεσης καθώς βρίσκεται ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι στο νοσοκομείο Kutupalong των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

«Έδιωξα τα αδέρφια μου μακριά για να κυνηγήσουν εμένα οι ένοπλοι. Με χτύπησαν παντού και μου έκοψαν δύο δάχτυλα», λέει.

Στο νοσοκομείο ο Awas περιβάλλεται από συγγενείς, μεταξύ των οποίων μερικά από τα αδέλφια του. «Φοβάμαι πολύ, αλλά δεν βλέπουμε άλλη λύση από το να γυρίσουμε πίσω. Υπάρχουν 12 από εμάς στο σπίτι, συμπεριλαμβανομένης της μαμάς μου, της γυναίκας μου και της κόρης μου», λέει.

«Οι δράστες έφθασαν στις 3 π.μ. Μερικοί από εμάς προσεύχονταν και άλλοι ήταν έξω επειδή φοβόμασταν, θα μπορούσαμε να αποτελέσουμε στόχο», λέει ο Solim, ένας από τους δάσκαλους του σχολείου. Ήταν παρών κατά τη διάρκεια της επίθεσης και τώρα εισήχθη και αυτός στο νοσοκομείο Kutupalong.

«Όταν ξεκίνησε, υπήρχαν περίπου 20 από εμάς στο κτίριο –συμπεριλαμβανομένων μερικών μικρών παιδιών– και οι ένοπλοι πέρασαν και τις τέσσερις πύλες οπλισμένοι με ξύλα, μαχαίρια και πυροβόλα όπλα», λέει ο Solim.

Ο Solim γλίτωσε το θάνατο επειδή οι δράστες νόμιζαν ότι ήταν ήδη νεκρός. Ένας επίδεσμος στο κεφάλι του καλύπτει το τραύμα από πέτρα  που του έριξαν. «Έπεσα αναίσθητος, δεν θυμάμαι καν πώς  έγιναν τα άλλα τραύματα», λέει. Έχει τραύματα από μαχαίρι στο ένα χέρι και δύο σπασμένα δάχτυλα.

Ο ίδιος πιστεύει πως τα πράγματα θα χειροτερέψουν στους καταυλισμούς προσφύγων. «Η βία θα κλιμακωθεί. Οι άνθρωποι φοβούνται. Δεν θέλουμε να είμαστε με εγκληματίες, γι' αυτό κάποιοι το έσκαγαν από τους καταυλισμούς ανεξάρτητα από τους κινδύνους», λέει ο Solim. «Για να αισθανόμαστε ασφαλείς, οι αρχές πρέπει να αναγνωρίσουν τους δράστες και να αναλάβουν δράση, και κάποιοι από τους αρχηγούς της κοινότητάς μας πρέπει να υψώσουν τη φωνή τους ενάντια σε αυτές τις επιθέσεις».

Εννέα ασθενείς – τρεις από αυτούς σε κρίσιμη κατάσταση – παραμένουν στο νοσοκομείο Kutupalong μετά από μια εβδομάδα.

«Εξακολουθούμε να προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση μετά τα επεισόδια στον καταυλισμό 18, ωστόσο βλέπουμε τις συνθήκες στους καταυλισμούς να επιδεινώνονται με πολλούς διαφορετικούς τρόπους» αναφέρει η Natàlia Torrent, εκπρόσωπος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Μπανγκλαντές.

«Τα βίαια γεγονότα αποτελούν μέρος μιας συνολικής κατάστασης που χιλιάδες άνθρωποι αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν εδώ. Η άμεση λύση δεν θα πρέπει να είναι μόνο η μεταφορά ανθρώπων σε άλλους καταυλισμούς, αλλά η βελτίωση των συνθηκών σε αυτούς» λέει η Torrent.

«Η επιδείνωση των συνθηκών  πλήττει τις ζωές των προσφύγων. Η υγεία των ανθρώπων επιδεινώνεται και υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση απελπισίας, στρες, άγχους και κατάθλιψης στους καταυλισμούς», λέει η Sandra Zanotti, υπεύθυνη ψυχικής υγείας στο νοσοκομείο Goyalmara των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

«Πολλοί θέλουν να επιστρέψουν στη Μιανμάρ εάν τα δικαιώματα και η ασφάλειά τους μπορούν να διασφαλιστούν, καθώς τώρα διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να αισθάνονται ασφαλείς στους καταυλισμούς στο Μπανγκλαντές και δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι' αυτό» προσθέτει η Zanotti.

Μερικοί από τους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα δηλώνουν  ότι φοβούνται να επιστρέψουν στο σπίτι τους μόλις πάρουν  εξιτήριο. «Η οικογένειά μου και εγώ μπορεί να δεχτούμε επίθεση», λέει ο Hossen, ένας από τους μαθητές που τραυματίστηκαν στο σχολείο. «Μπορούν να επιτεθούν οπουδήποτε, σε όποιον δεν συνεργάζεται μαζί τους.»

Εκφράζει επίσης τις ανησυχίες του για το πώς μπορεί να εξελιχθεί αυτή η κατάσταση λέγοντας ότι αυτή είναι η πιο σοβαρή επίθεση που έχει δεχτεί από τότε που έφτασε στο Μπανγκλαντές το 2017. Κατά την άποψή του, οι αρχές θα πρέπει να κάνουν περισσότερα. «Οι δράστες μπορούν να αναγνωριστούν. Πρέπει να συλληφθούν και να κατηγορηθούν – όχι να αφεθούν ελεύθεροι λίγο αργότερα», αναφέρει.

«Όχι, δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στο σπίτι μας», λέει η μητέρα του Zunaid με ένα φοβισμένο βλέμμα στα μάτια της. Κάθεται στο νοσοκομείο Kutupalong δίπλα στο κρεβάτι του 20χρονου γιού  της. Ο Zunaid δεν έπρεπε καν να είναι στον καταυλισμό όπου έγινε η επίθεση. Το βράδυ πριν την επίθεση, είχε επισκεφτεί  έναν φίλο στον καταυλισμό 18 και ήταν πολύ αργά για να περπατήσει πίσω στο σπίτι, οπότε αποφάσισε να μείνει.

«Στη μέση της νύχτας άκουσα θόρυβο έξω και πήγα να δω τι συμβαίνει. Ξαφνικά, μια ομάδα ανδρών με άρπαξε. Ήμουν χτυπημένος παντού με ένα ξύλο. Επίσης με μαχαίρωσαν στο στήθος», λέει ο Zunaid. Το επόμενο πρωί νοσηλεύτηκε στην κλινική Balukhali των Γιατρών Χωρίς Σύνορα και τώρα αναρρώνει στο νοσοκομείο. Ζει με τους γονείς του και τη γυναίκα του, αλλά φοβάται πολύ να επιστρέψει στο σπίτι του. Δεν ξέρω τι να κάνω.»

 

*Τα ονόματα των ασθενών έχουν αλλάξει για λόγους ασφαλείας