fbpx Περιμένοντας στα «πράσινα λιβάδια» του Τσαμάν, Πακιστάν | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

  • English
  • Ελληνικά

Είστε εδώ

Περιμένοντας στα «πράσινα λιβάδια» του Τσαμάν, Πακιστάν

Τα τρία τελευταίαχρόνια οι ΓΧΣ εργάστηκαν σε ένα διασυνοριακό πρόγραμμα μεταξύ τουΑφγανιστάν και του νοτιοδυτικού Πακιστάν, σε καταυλισμούς γύρω από τιςπόλεις Σπιν Μπολντάκ, στην αφγανική πλευρά, και στο Τσαμάν, στηνπακιστανική πλευρά. Σε αυτό το διάστημα, η οργάνωση προσέφερε ιατρικήβοήθεια στους απελπισμένους Αφγανούς που τράπηκαν σε φυγή για ναγλιτώσουν από τις επιπτώσεις του πολέμου του 2001 καθώς και τηςπρόσφατης καταστροφικής ξηρασίας, σε μια από τις πιο αφιλόξενες καιεπικίνδυνες τοποθεσίες κατά μήκος των συνόρων μεταξύ των δύο χωρών.

Τρία χρόνια ανθρωπιστικής βοήθειας στα σύνορα μεταξύ Πακιστάν καιΑφγανιστάν, στην πόλη Τσαμάν, τερματίστηκαν τον Οκτώβριο του 2004. Ήτανένα δύσκολο πρόγραμμα καθώς οι δραστηριότητες των ΓΧΣ έπρεπε ναμεταφέρονται συνεχώς μεταξύ των δύο χωρών για να εξυπηρετήσουν τον ίδιοπληθυσμό.

«Μερικές φορές ήταν περίεργο,» θυμάται ο ΧοσέΧούλσενμπεκ, πρώην συντονιστής του προγράμματος των ΓΧΣ στο Τσαμάν.«Παρ' ότι το Σπιν Μπολντάκ (στο Αφγανιστάν) και το Τσαμάν (στοΠακιστάν) απέχουν μεταξύ τους μόλις έξι χιλιόμετρα, ανάμεσά τουςυπάρχει ένα διεθνές σύνορο - πράγμα που σημαίνει διαφορετικοί κανόνεςκαι διατάξεις, διαφορετικοί εταίροι, διαφορετικές γραμμές εφοδιασμού,διαφορετική νομισματική μονάδα, αλλαγή στην οδήγηση από την αριστερήστη δεξιά πλευρά του δρόμου και, όταν το Πακιστάν εισήγαγε τη θερινήώρα, αντιμετωπίζαμε ακόμη και διαφορά 1,5 ώρας από τη μία τοποθεσίαστην άλλη».

του Ντίντερικ φαν Χάλσεμα

Τατρία τελευταία χρόνια οι ΓΧΣ εργάστηκαν σε ένα διασυνοριακό πρόγραμμαμεταξύ του Αφγανιστάν και του νοτιοδυτικού Πακιστάν, σε καταυλισμούςγύρω από τις πόλεις Σπιν Μπολντάκ, στην αφγανική πλευρά, και στοΤσαμάν, στην πακιστανική πλευρά. Σε αυτό το διάστημα, η οργάνωσηπροσέφερε ιατρική βοήθεια στους απελπισμένους Αφγανούς που τράπηκαν σεφυγή για να γλιτώσουν από τις επιπτώσεις του πολέμου του 2001 καθώς καιτης πρόσφατης καταστροφικής ξηρασίας, σε μια από τις πιο αφιλόξενες καιεπικίνδυνες τοποθεσίες κατά μήκος των συνόρων μεταξύ των δύο χωρών.

ΤονΟκτώβριο του 2004, η παρέμβαση αυτή έλαβε τέλος. Στην πακιστανικήπλευρά, το κλείσιμο του προγράμματος επήλθε επειδή η κυβέρνηση τηςχώρας και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες συμφώνησαν νασταματήσουν την παροχή βοήθειας και να μετεγκαταστήσουν τους πρόσφυγεςείτε σε άλλες τοποθεσίες μέσα στο Πακιστάν ή, πίσω στο Αφγανιστάν.

Στηναφγανική πλευρά, ο τερματισμός του προγράμματος ήταν αποτέλεσμα τηςαποχώρησης των ΓΧΣ από τη χώρα μετά τη φονική επίθεση εναντίον πέντεεργαζομένων τους τον Ιούνιο.

Όταν, έχοντας ξεκινήσει από τηνΚουέτα, πρωτεύουσα της επαρχίας Μπαλοχιστάν στο Πακιστάν, περάσεις τοπέρασμα του Χοτζάκ, το Αφγανιστάν εμφανίζεται στον ορίζοντα νατρεμοφέγγει από τη ζέστη. Κατεβαίνοντας από το πέρασμα, βυθίζεσαι στησκονισμένη, χαοτική πόλη Τσαμάν, μια παραμεθόρια πόλη στα σύνορα μεταξύΠακιστάν και Αφγανιστάν. Το όνομα της πόλης σημαίνει «πράσινα λιβάδια»και παραπέμπει σε ένα μακρινό, χαμένο παρελθόν.

Τον Οκτώβριοτου 2001, άρχισε να καταφθάνει σε αυτό το σημείο των συνόρων το πιοπρόσφατο κύμα προσφύγων από το Αφγανιστάν, ακολουθώντας τους δύοεκατομμύρια Αφγανούς που έχουν καταφύγει στο Πακιστάν από το 1980.Αυτοί οι νέοι πρόσφυγες έφυγαν για να γλιτώσουν από τις βόμβες τωνΔυνάμεων της Συμμαχίας, που είχαν ως στόχο τους το καθεστώς τωνΤαλιμπάν μετά τα γεγονότα της 11 ης Σεπτεμβρίου 2001, και από τηντρίχρονη ξηρασία που έπληξε το νότιο Αφγανιστάν, καθιστώντας τηςεπιβίωσή τους αδύνατη.

Μερικούς μήνες αργότερα, ήρθανπερισσότεροι πρόσφυγες, όλοι από την εθνότητα Παστούν, οι οποίοι είχανεγκαταλείψει το βορειοδυτικό Αφγανιστάν όπου είχαν γίνει στόχοι τωνκοινοτήτων των Ουζμπέκων και Τατζίκων που τους κατηγορούσαν γιαυποστήριξη του ανατραπέντος καθεστώτος των Ταλιμπάν.

Μετά τουςβομβαρδισμούς τον Οκτώβριο του 2001, το Πακιστάν έκλεισε επίσημα τασύνορά του με το Αφγανιστάν. Ο αριθμός των ανθρώπων που προσπαθούσαν ναπεράσουν στο Πακιστάν αρχικά σταθεροποιήθηκε και μετά άρχισε νααυξάνει. Μερικές φορές, άνθρωποι κρατήθηκαν επί αρκετές ημέρες και στησυνέχεια τους επετράπη να περάσουν στο Πακιστάν μέσα σε μια νύχτα, παράτο επίσημο κλείσιμο των συνόρων.

Ο πρώτος καταυλισμός προσφύγωνπου στήθηκε στο Πακιστάν τον Οκτώβριο του 2001, ήταν το «Κίλι Φάιζο»,που λειτουργούσε ως περιοχή διαμεταγωγής. Από εκεί, οι πρόσφυγες, πουήταν κυρίως Παστούν, μεταφέρονταν σε άλλους καταυλισμούς γύρω από τοΤσαμάν. Μετά από μερικούς μήνες υπήρχαν συνολικά πέντε καταυλισμοί απότην πλευρά του Πακιστάν: ο καταυλισμός των Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων,που τον διαχειριζόταν η Ένωση της Ερυθράς Ημισελήνου των ΕΑΕ, και οικαταυλισμοί Λάντε Καρέζ, Ρογκάνι, Ντάρα 1 και Ντάρα 2, που τουςδιαχειριζόταν η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

Στο ζενίθ του αριθμού των προσφύγων, σε αυτούς τους επίσημους καταυλισμούς ζούσαν συνολικά 75.000 άνθρωποι.

Στηναφγανική πλευρά των συνόρων, γύρω από την πόλη Σπιν Μπολντάκ, υπήρχανήδη κάποιοι οικισμοί εκτοπισμένων Αφγανών που είχαν έρθει εδώ για ναγλιτώσουν από την ξηρασία.

Λίγο μετά την έναρξη των συγκρούσεωντο 2001, αυτοί οι αυτοσχέδιοι καταυλισμοί επεκτάθηκαν και εκτιμάται ότιφιλοξένησαν συνολικά 60.000 ανθρώπους. Με το πέρασμα του χρόνου,προέκυψαν πέντε διαφορετικοί καταυλισμοί: ο Παλιός και Νέος Wamy (World Assembly Muslim Youth - Παγκόσμια Συνέλευση της ΜουσουλμανικήςΝεολαίας), ο Αλ Μεντίνα, ο IIRO ( International Islamic ReliefOrganisation - Διεθνής Ισλαμική Οργάνωση Αρωγής) και ο Αλ Αχτέρ. Οικαταυλισμοί αυτοί -όλοι στην αφγανική πλευρά- υποστηρίχθηκαν αρχικά απόαρκετές ισλαμικές μη κυβερνητικές οργανώσεις.

Από την αρχή, οι ΓΧΣ δραστηριοποιούνταν στην περιοχή, τόσο στο Πακιστάν, όσο και στο Αφγανιστάν.

Δεδομένηςτης πρόβλεψης ότι θα υπάρξει κύμα Αφγανών προσφύγων μετά την έναρξη τουπολέμου στις 7 Οκτωβρίου 2001, πόροι των ΓΧΣ είχαν διατεθεί στη χώραγια την υποστήριξή τους. Ομάδες στάλθηκαν στην επαρχία του Μπαλοχιστάνμετά από αναφορές για τη συγκέντρωση προσφύγων γύρω από το Τσαμάν. Ηπρώτη Μονάδα Βασικής Φροντίδας Υγείας στήθηκε στην περιοχήδιαμεταγωγής, στο «Κίλι Φάιζο». Οι ΓΧΣ και μια σειρά άλλων εθνικών καιδιεθνών οργανώσεων όπως η Διεθνής Επιτροπή Διάσωσης (IRC), η MercyCorps και η Concern , εργάζονταν μέσα και γύρω από το Τσαμάν για ναυποστηρίξουν τόσο τους πρόσφυγες όσο και το φιλοξενούντα πληθυσμό.

Μετάαπό αυτήν την ταχεία εισροή προσφύγων, και χωρίς καμία ένδειξη ότι τοκύμα θα μετριαζόταν, το Φεβρουάριο του 2002 οι πακιστανικές αρχέςέκλεισαν και πάλι τα σύνορα με το Αφγανιστάν. Ετοιμαζόταν μια τριμερήςσυμφωνία επαναπατρισμού, η οποία θα δέσμευε το Πακιστάν, το Αφγανιστάνκαι την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σε μια διαδικασίαοικειοθελούς επαναπατρισμού για τα πάνω από τα δύο εκατομμύρια Αφγανούςπρόσφυγες που είχαν φτάσει στο μεταξύ στο Πακιστάν. Με αυτήν τησυμφωνία να επίκειται, μια παράλληλη διαδικασία που επέτρεπε σε νέουςπρόσφυγες να διασχίσουν τα πακιστανικά σύνορα, έμοιαζε να αντικρούει τηδιαδικασία επαναπατρισμού μπροστά στα μάτια των πακιστανικών αρχών.

Μεαυτό το κλείσιμο των συνόρων, δεκάδες χιλιάδες Αφγανοί έμειναν στηνκυριολεξία αβοήθητοι στη μέση του πουθενά. Επίσημα -αλλά όχι μόνο- ήτανσε πακιστανικό έδαφος, ωστόσο δεν μπορούσαν να φτάσουν στους επίσημουςπροσφυγικούς καταυλισμούς, όπου ήλπιζαν να βρουν άσυλο.

Στομεταξύ, περισσότεροι Αφγανοί, κυρίως Παστούν, συνέχισαν να φτάνουν στασύνορα, τρεπόμενοι σε φυγή για να γλιτώσουν από διώξεις και δυσμενείςδιακρίσεις στο βορρά μετά την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν. Καιόπως αυξανόταν ο αριθμός τους, αυξάνονταν και οι ανάγκες τους.

«Όσοπερισσότεροι ήταν οι άνθρωποι, τόσο περισσότερη πίεση ασκούσαν στημικρή περιοχή που ήταν γνωστή ως "Περιοχή Αναμονής", όπου είχανεγκατασταθεί», λέει η Βίκι Χόκινς, τότε συντονίστρια του προγράμματοςτων ΓΧΣ.

Ωστόσο, οι πακιστανικές αρχές, εξαιρετικά ενοχλημένεςπου έβλεπαν αυτόν τον αυτοσχέδιο καταυλισμό της «Περιοχής Αναμονής»στην κυριολεξία να ανθεί στα σύνορα με το Αφγανιστάν, και με την ελπίδαότι θα αποθαρρύνουν την καθιέρωσή του, αρνήθηκαν να επιτρέψουν σε μηκυβερνητικές οργανώσεις την πρόσβαση στην περιοχή. Κι αυτό, παρ' ότιαυτοί οι άνθρωποι ήταν ένας ιδιαίτερα τρωτός πληθυσμός, καθώς μερικοίαπό αυτούς είχαν ταξιδέψει επί μήνες πριν φτάσουν στην περιοχή τωνσυνόρων και χρειάζονταν προστασία ως πρόσφυγες, αλλά τους αρνούντανοποιοδήποτε νομικό καθεστώς, είτε σε ατομική βάση είτε κατ' αρχήν.

Γιακάποιους μήνες το 2002, η Μονάδα πρωτοβάθμιας υγείας των ΓΧΣ στο ΚίλιΦάιζο ήταν η μοναδική μορφή βοήθειας στην οποία είχε πρόσβαση αυτός οπληθυσμός. Καθώς το καλοκαίρι πλησίαζε, η κατάσταση για τους ανθρώπουςστην «Περιοχή Αναμονής» -χωρίς συστηματική διανομή τροφίμων, χωρίς νερόκαι εγκαταστάσεις υγιεινής και μόνο με αυτοσχέδια προστασία από τονκαυτό ήλιο- γινόταν ολοένα και πιο απελπιστική.

Οι ΓΧΣ, μαζί μεάλλους παροχείς βοήθειας στο Τσαμάν, ασκούσαν συνεχώς πίεση στιςπακιστανικές αρχές για να τους επιτρέψουν να προσφέρουν περισσότερα σεαυτούς τους ανθρώπους. Αλλά μόνο όταν η οργάνωση άνοιξε ένα ΚέντροΘεραπευτικής Σίτισης για να αντιμετωπίσει τους αυξανόμενους αριθμούςσοβαρά υποσιτισμένων παιδιών, και άρχισε τις προετοιμασίες για τοξέσπασμα χολέρας που ήταν αναμενόμενο κάτω από αυτές τις ανθυγιεινέςσυνθήκες συνωστισμού, οι αρχές συνειδητοποίησαν ότι είχαν στην πόρτατους μια επικείμενη κρίση δημόσιας υγείας. Υποχώρησαν και επέτρεψαν σεάλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις και διεθνείς παράγοντες να εισέλθουνστην περιοχή, με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα επίπεδα παροχής βοήθειας.

«Ηβοήθεια δεν μπόρεσε ποτέ να φτάσει τα επίπεδα που απαιτούνται για έναπροσφυγικό περιβάλλον, και η κατάσταση δεν άλλαξε πολύ για περισσότεροαπό ένα χρόνο», σύμφωνα με τη Βίκι Χόκινς.

Στη διάρκεια αυτήςτης περιόδου, οι ΓΧΣ επικεντρώθηκαν στην παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιαςυγείας και φροντίδας υγείας για μητέρες και παιδιά, καθώς και σεπρογράμματα εμβολιασμού, θεραπείας της αφυδάτωσης, συμπληρωματικής καιθεραπευτικής σίτισης, εκπαίδευσης στην υγεία, δραστηριοτήτων ενημέρωσηςκαι θεραπείας της φυματίωσης. Επίσης παρείχαν υπηρεσίες χλωρίωσης καιυγιεινής στους καταυλισμούς Ρογκάνι και Λάντε Καρέζ στην άλλη πλευράτου Τσαμάν.

Με τις κοινές στρατιωτικές ομάδες των Αμερικανώνκαι Πακιστανών να εντείνουν τις επιχειρήσεις τους στις επαρχίες τωνΒορειοδυτικών Συνόρων και του Μπαλοχιστάν καταδιώκοντας μέλη της ΑλΚάιντα και των Ταλιμπάν, η ύπαρξη μιας μεγάλης ομάδας προσφύγων στασύνορα, σε μια τόσο ασταθή περιοχή, σαφώς περιέπλεκε τα πράγματα.

Υπήρχεσταθερή πίεση να διαλυθεί ο καταυλισμός της «Περιοχής Αναμονής», με τοεπιχείρημα ότι βρισκόταν πολύ κοντά στα σύνορα και σε μια περιοχή πουήταν πολύ ασταθής. Παρά τις διατάξεις της Τριμερούς Συμφωνίας, πουπεριείχαν τη δέσμευση ότι ο επαναπατρισμός θα είναι μόνο οικειοθελής, οπροσφυγικός πληθυσμός της «Περιοχής Αναμονής» πιέστηκε τρομακτικά ναεπιστρέψει στις περιοχές προέλευσής του στο Αφγανιστάν, παρ' ότι πολλοίήταν Παστούν και φοβούνταν τις δυσμενείς διακρίσεις -ή ακόμη χειρότεραπράγματα- εάν επέστρεφαν στα βόρεια και δυτικά του Αφγανιστάν.

Παράτις πιέσεις, πολλοί από τους πρόσφυγες στην «Περιοχή Αναμονής»αρνήθηκαν να μετακινηθούν. Τελικά, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τουςΠρόσφυγες και οι πακιστανικές αρχές αναγκάστηκαν να προσφέρουν μιαεναλλακτική λύση. Εάν δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στον τόπο προέλευσήςτους, οι πρόσφυγες θα μεταφέρονταν σε έναν καταυλισμό για εσωτερικάεκτοπισμένους σε μια απομακρυσμένη τοποθεσία στο Αφγανιστάν. Μόνο σεαυτούς που εθεωρείτο ότι είχαν ειδικές ανάγκες προστασίας θα παρεχότανπρόσβαση στο Πακιστάν. Αυτοί δεν θα φιλοξενούνταν στους επίσημουςκαταυλισμούς γύρω από το Τσαμάν, όπου προτιμούσαν οι ίδιοι οιεκτοπισμένοι, αλλά σε μια πιο μακρινή τοποθεσία.

Οι ΓΧΣδήλωσαν, τόσο στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες όσο καιστους ίδιους τους πρόσφυγες, ότι δε θα απέσυραν την ιατρική βοήθεια απότο Τσαμάν όσο οι πρόσφυγες τη χρειάζονταν.

Αντιμέτωποι με τηνεπιλογή είτε του επαναπατρισμού είτε της μετεγκατάστασης, τον Αύγουστοτου 2002 πάνω από 10.000 Αφγανοί μεταφέρθηκαν στο Ζάρε Νταστ-επιστρέφοντας έτσι στο Αφγανιστάν- έναν πρόσφατα δημιουργημένοκαταυλισμό για εσωτερικά εκτοπισμένους, μία ώρα δυτικά του Κανταχάρ,στο νότιο Αφγανιστάν.

Αυτήν τη περίοδο, αρκετές ισλαμικέςοργανώσεις που παρείχαν υποστήριξη στους εκτοπισμένους στουςκαταυλισμούς του Σπιν Μπολντάκ, στο Αφγανιστάν, άρχισαν να αποσύρονται.Μερικές από αυτές έφυγαν στην κυριολεξία σε μια νύχτα, αφήνοντας τονπληθυσμό των περίπου 50.000 ανθρώπων χωρίς οποιαδήποτε μορφήυποστήριξης.

Οι ΓΧΣ είχαν ήδη ανοίξει μια κλινική στονκαταυλισμό Αλ Μεντίνα, αλλά, στο δεύτερο εξάμηνο του 2002, θεώρησαν ότιέπρεπε να ανοίξουν μια δεύτερη κλινική που θα εξυπηρετούσε τοναποκαλούμενο καταυλισμό "Παλιός και Νέος Wamy", στο Αφγανιστάν. Αυτοίοι καταυλισμοί ποτέ δεν απέκτησαν επίσημη θέση ούτε κατάλληληδιαχείριση και, για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι ΓΧΣ ήταν η μόνη παρούσαοργάνωση, υλοποιώντας αυτό το τμήμα του προγράμματος έξω από το Τσαμάντου Πακιστάν.

Το διασυνοριακό πρόγραμμα είχε επίσης βασικά πρακτικά προβλήματα.

«Μερικέςφορές ήταν περίεργο,» θυμάται ο Χοσέ Χούλσενμπεκ, πρώην συντονιστής τουπρογράμματος των ΓΧΣ στο Τσαμάν. «Παρ' ότι το Σπιν Μπολντάκ (στοΑφγανιστάν) και το Τσαμάν (στο Πακιστάν) απέχουν μεταξύ τους μόλις έξιχιλιόμετρα, ανάμεσά τους υπάρχει ένα διεθνές σύνορο - πράγμα πουσημαίνει διαφορετικούς κανόνες και διατάξεις, διαφορετικούς εταίρους,διαφορετικές γραμμές εφοδιασμού, διαφορετική νομισματική μονάδα, αλλαγήστην οδήγηση από την αριστερή στη δεξιά πλευρά του δρόμου και, όταν τοΠακιστάν εισήγαγε τη θερινή ώρα, αντιμετωπίζαμε ακόμη και διαφορά 1,5ώρας από τη μία τοποθεσία στην άλλη».

Το 2003, χιλιάδες Αφγανοίπρόσφυγες στην «Περιοχή Αναμονής» προτίμησαν μια τρίτη επιλογή: ναμεταφερθούν στον καταυλισμό Μουχαμέντ Χέιλ, βαθύτερα μέσα στο Πακιστάν,κοντά στην Κέτα.

«Κατά τρόπο ειρωνικό, σχεδόν ενάμιση χρόνομετά την άφιξή τους, όταν οι άνθρωποι είχαν τελικά αναπτύξει τιςστρατηγικές επιβίωσής τους και είχαν προσαρμοστεί στον τόπο, τουςπληροφόρησαν ότι έπρεπε να εγκαταλείψουν την περιοχή χωρίςκαθυστέρηση», είχε πει τότε στο IRIN ο Ερνάν ντε Βαλ των ΓΧΣ.

Γιατους ΓΧΣ ήταν σημαντικό να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα των προσφύγωνστον οικειοθελή χαρακτήρα του επαναπατρισμού. Η οργάνωση κάλεσε τιςκυβερνήσεις και την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες να μηναναγκάσουν τους πρόσφυγες να μετακινηθούν σε καταστάσεις όπου δεν θαμπορούσαν να αναπτύξουν στρατηγικές αντιμετώπισης, αλλά θαεξακολουθούσαν να εξαρτώνται από τη βοήθεια που συχνά δεν ήτανδιαθέσιμη, είτε στο σπαρασσόμενο από τη σύγκρουση Αφγανιστάν είτε μέσαστο ίδιο το Πακιστάν.

Παρ' ότι η πλειονότητα των προσφύγων είχεαμφιβολίες, καθώς στις νέες τοποθεσίες δεν υπήρχαν ευκαιρίες εργασίαςπου να τους προσφέρουν κάποιου είδους μέσο επιβίωσης, οι άνθρωποι αυτοίδεν είχαν άλλη επιλογή. Με τη βοήθεια να παραμένει σε ένα ελάχιστοεπίπεδο, οι πρόσφυγες πιέστηκαν να δεχθούν την προσφορά γιαμετεγκατάσταση στο Ζάρε Νταστ στο Αφγανιστάν ή στο Μουχαμέντ Χέιλ στοΠακιστάν.

Τον Ιούνιο του 2003 η λεγόμενη «Περιοχή Αναμονής» έπαψε να υπάρχει.

Ταυτόχρονα,οι συνθήκες ασφάλειας στην περιοχή επιδεινώνονταν με ταχείς ρυθμούς,γεγονός που ανάγκαζε συνεχώς τους ΓΧΣ να διαχειρίζονται τιςεπιχειρήσεις τους στο Τσαμάν (Πακιστάν) και το Σπιν Μπολντάκ(Αφγανιστάν) από την Κουέτα του Πακιστάν και μόνο με ντόπιο προσωπικό,το οποίο ήταν υποχρεωμένο να εργάζεται χωρίς την υποστήριξη διεθνώνεθελοντών.

Επίσης, η αύξηση των ελέγχων στα σύνορα ανάγκασετους ΓΧΣ να αλλάξουν τη διαδρομή μεταφοράς των ασθενών από το ΣπινΜπολντάκ (Αφγανιστάν). Παλιότερα στέλνονταν στο Τσαμάν (Πακιστάν) ενώτώρα μεταφέρονταν στο Κανταχάρ, στο Αφγανιστάν, πράγμα που παρέτεινε τοταξίδι κατά 2,5 ώρες.

Παρά τα πρακτικά προβλήματα, τιςανησυχίες περί ασφαλείας και την απουσία διεθνών εθελοντών, η ιατρικήβοήθεια που παρείχαν οι ΓΧΣ στους πληθυσμούς των καταυλισμών στο ΣπινΜπολντάκ και το Τσαμάν δε διακόπηκε ποτέ.

Για τους ΓΧΣ, ηέλλειψη ασφάλειας επιτεινόταν από μια συνεχή σύγχυση μεταξύ τωνστρατιωτικών και ανθρωπιστικών παραγόντων, η οποία δημιουργούσεαμφιβολίες για την ουδετερότητα και την ανεξαρτησία της οργάνωσης.

Γιαπαράδειγμα, στο Σπιν Μπολντάκ του Αφγανιστάν οι δυνάμεις της Συμμαχίαςδιένειμαν φυλλάδια που έθεταν ως προϋπόθεση για την παροχή βοήθειας τησυνεργασία του πληθυσμού μέσω της παροχής πληροφοριών για μαχητές τωνΤαλιμπάν και της Αλ Κάιντα. Παρ' ότι η έντονη αντίδραση της οργάνωσηςανάγκασε τη Συμμαχία να ζητήσει συγγνώμη και να αποσύρει το φυλλάδιο, ηαντίληψη των ντόπιων όσον αφορά την ανεξαρτησία της ανθρωπιστικήςβοήθειας από πολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους σίγουρα υπέστη τιςαρνητικές συνέπειες.

Οι δραστηριότητες των ΓΧΣ στο ΣπινΜπολντάκ συνέχισαν να διακόπτονται τακτικά εξαιτίας ανησυχιών για τηνασφάλεια και περιστατικών παραβίασής της και την επακόλουθη προσωρινήαπομάκρυνση του προσωπικού.

Τελικά, οι ΓΧΣ έλαβαν τη δύσκοληαπόφαση να αποσυρθούν από το Αφγανιστάν μετά τη φονική επίθεση εναντίονπέντε εργαζομένων τους τον Ιούνιο του 2004 και τις μετέπειτα απειλέςτων Ταλιμπάν εναντίον της οργάνωσης, με αποτέλεσμα να τερματιστούν καιοι δραστηριότητες στο Σπιν Μπολντάκ.

Στα μέσα Σεπτεμβρίου 2004,η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες σταμάτησε την παροχήοποιασδήποτε βοήθειας στους πρόσφυγες μέσα και γύρω από το Τσαμάν. Ηπαροχή νερού, τροφίμων, καταλυμάτων και υπηρεσιών εκπαίδευσης διακόπηκεκαι η δομή του καταυλισμού κατέρρευσε.

Οι ΓΧΣ κατάφεραν νασυνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών υγείας για μερικές εβδομάδες ακόμη,αλλά μια σημαντική σε μέγεθος ομάδα Αφγανών παγιδεύτηκε. Δεν μπορούσαννα επιστρέψουν στις παλιές τους κοινότητες στο Αφγανιστάν, καθώς οισυνθήκες ασφαλείας ήταν πολύ ασταθείς ή δεν υπήρχαν μέσα επιβίωσης.

Ηπροσωρινή μετακίνησή τους σε έναν καταυλισμό για εσωτερικάεκτοπισμένους στο Αφγανιστάν (Ζάρε Νταστ) ή βαθύτερα στο Πακιστάν(Μουχαμέντ Χέιλ) ήταν μια επιλογή μεταξύ δύο κακών.

Στο τέλος,η πλειονότητα των προσφύγων πιέστηκε να επιλέξει ανάμεσα στημετεγκατάσταση και τον επαναπατρισμό. Οι ΓΧΣ αναγκάστηκαν να κλείσουντις κλινικές τους στους καταυλισμούς του Τσαμάν, αλλά συνέχισαν ναπαρέχουν ιατρική βοήθεια στο Μουχαμέντ Χέιλ, σε αυτούς που επέλεξαν ναπαραμείνουν στο Πακιστάν.

Έχοντας δουλέψει επί τρία χρόνια στοΤσαμάν και το Σπιν Μπολντάκ -από την αρχή της τελευταίας κρίσης στηνπρόσφατη ιστορία του Αφγανιστάν- οι ΓΧΣ ήταν στη μοναδική θέση ναανακουφίσουν τον πόνο των Αφγανών και στις δύο χώρες, οι οποίοιαναζήτησαν καταφύγιο για να γλιτώσουν από τις σκληρές συνέπειες τηςξηρασίας και της βίας του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».

Όλοαυτό το διάστημα, οι καταυλισμοί γύρω από το Σπιν Μπολντάκ και τοΤσαμάν ήταν η πλέον ορατή εικόνα Αφγανών που παγιδεύτηκαν σε μιασύγκρουση, η οποία δεν έχει λήξει ακόμη.

ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ