fbpx Παρέχοντας ιατρική φροντίδα στη βόρεια Ουγκάντα | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

  • English
  • Ελληνικά

Είστε εδώ

Παρέχοντας ιατρική φροντίδα στη βόρεια Ουγκάντα

 

 © Chris de Bode

Μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες συγκρούσεων ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον Αντιστασιακό Στρατό του Κυρίου (LRA), υπολογίζεται ότι το 90-95% του πληθυσμού στη βόρεια Ουγκάντα ζει σήμερα συνωστισμένο σε καταυλισμούς εκτοπισμένων, οι οποίοι κάποιες φορές απέχουν μόλις ένα χιλιόμετρο από τα σπίτια τους. Πολλοί άνθρωποι που ζουν στις τρεις περιοχές του Κίτγκουμ, Γκούλου και Πάντερ, οι οποίες έχουν πληγεί περισσότερο, εξαρτώνται από τη διεθνή βοήθεια για ιατρική φροντίδα και τρόφιμα αλλά και για, υπηρεσίες ύδρευσης και υγιεινής.

«Δε θα πρέπει να υποθέτουμε ότι η ανθρωπιστική βοήθεια αποτελεί τη μόνη επιλογή στη βόρεια Ουγκάντα», δήλωσε ο Φρανσουά Ντελφός, επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο χωριό Πατόγκο, στην επαρχία Πάντερ. «Οι άνθρωποι εξαρτώνται από τη διεθνή βοήθεια γιατί η κυβέρνηση δεν έχει εκπληρώσει απολύτως τα καθήκοντά της».

Η κατάσταση ασφαλείας έχει βελτιωθεί αρκετά τους τελευταίους μήνες, οπότε κάποιοι κάτοικοι έχουν μετακινηθεί από τους μεγαλύτερους καταυλισμούς του Κίτγκουμ, του Γκούλου και του Πάντερ σε μικρότερους καταυλισμούς στην περιφέρεια. Παρόλο που ο συνεχής φόβος τούς εμποδίζει να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους, έχουν μετακομίσει σε αυτούς τους μικρότερους καταυλισμούς ελπίζοντας να καλλιεργήσουν τα γύρω χωράφια. 

Το χωριό Πατόγκο ήταν αρχικά ένα εμπορικό κέντρο με αρκετές χιλιάδες κατοίκους. Σήμερα, ο καταυλισμός φιλοξενεί επιπλέον 35-40.000 ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους εκτοπίστηκαν το 2001 λόγω των επιθέσεων από τους Καραματζόνγκ, μία ομάδα ημι-νομάδων βοσκών στη βορειοανατολική Ουγκάντα που είχαν προκαλέσει αρκετές διαμάχες ύστερα από κλοπές ζώων. Οι περισσότεροι από τους εκτοπισμένους κατοίκους παρέμειναν στον καταυλισμό φοβούμενοι τις επιθέσεις του LRA.    

Γιατροί, νοσηλευτές, εργαζόμενοι υγείας και βοηθοί νοσηλευτές πραγματοποιούν πάνω από 1.000 ιατρικές συνεδρίες κάθε εβδομάδα σε ένα Κέντρο Υγείας που διαχειρίζονται από κοινού με το Υπουργείο Υγείας της Ουγκάντας, κυρίως περιθάλποντας ασθενείς με ελονοσία, αναπνευστικές λοιμώξεις και διάρροια. Η εποχή των βροχών ξεκίνησε πρόσφατα, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πιθανό να αυξηθεί ο αριθμός ασθενών με ελονοσία.  

Καθώς η αίθουσα νοσηλείας χωρητικότητας 15 κλινών δεν μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες της περιοχής, η ομάδα κατασκεύασε ένα επιπλέον κτίριο χωρητικότητας 8 κλινών και ένα θάλαμο απομόνωσης, χωρητικότητας 4 κλινών για τους ασθενείς με αιμορραγική διάρροια, μηνιγγίτιδα και ιλαρά. 

Όταν η πρώτη ομάδα έφτασε στην περιοχή το Δεκέμβριο του 2004, πολλά από τα πηγάδια ήταν μολυσμένα και υπήρχε ένας περιορισμένος αριθμός αντλιών νερού, πολλές από τις οποίες ήταν χαλασμένες. Οι ΓΧΣ κατασκεύασαν πρώτα ένα σύστημα επείγουσας ύδρευσης και από τότε δημιούργησαν 10 πηγάδια με αντλίες που παρέχουν μέχρι και 600.000 λίτρα νερού την ημέρα.  

«Σήμερα, μπορούμε να παρέχουμε 17 λίτρα νερού την ημέρα για κάθε άτομο», δήλωσε ο Ντελφός. «Ωστόσο, ο στόχος μας είναι να αυξήσουμε αυτήν την ποσότητα στα 20 λίτρα».

Τα περισσότερα μέλη της ομάδας αναγκάστηκαν να εκκενώσουν το Πατόνγκο το Νοέμβριο του 2005 λόγω της αυξανόμενης ανασφάλειας από τις βίαιες ενέδρες σε αμάχους και οχήματα ανθρωπιστικών οργανώσεων. Ολόκληρη η ομάδα κατάφερε να επιστρέψει στις αρχές Ιανουαρίου 2006, ωστόσο όλο αυτό το διάστημα η ομάδα παρείχε φάρμακα και υλικό στο ντόπιο προσωπικό, που παρέμεινε στο Πατόνγκο και συνέχισε τη λειτουργία του προγράμματος. 

«Όταν επιστρέψαμε τον Ιανουάριο του 2006, η κλινική ήταν ανοιχτή και γεμάτη με ασθενείς», είπε ο Ντελφός. «Ο αριθμός των ιατρικών συνεδριών μειώθηκε αισθητά τις πρώτες μέρες μετά την εκκένωση, αλλά μετά σταδιακά αυξήθηκε φτάνοντας σε φυσιολογικά επίπεδα. Μακροχρόνια, δε θα μπορούσε να συνεχίσει να λειτουργεί το πρόγραμμα, αλλά ήταν πολύ ωραίο να βλέπεις το μέγεθος της συμμετοχής και της ενασχόλησης του ντόπιου προσωπικού για να μείνει ανοιχτή η κλινική».