fbpx Καταδικασμένοι στην αδιαφορία | msf.gr
prev
next

Γλώσσες

  • English
  • Ελληνικά

Είστε εδώ

Καταδικασμένοι στην αδιαφορία

Η Αιθιοπία και το Σουδάν καταδεικνύουν την τραγωδία που πλήττει
τους Αφρικανικούς πληθυσμούς, που ζουν ξεχασμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο
Δεκάδες ασθενείς, οι περισσότεροι σε προχωρημένο στάδιο υποσιτισμού, συνωστίζονται σε δύο μεγάλες σκηνές στο Κέντρο Υγείας της Αντίς Ζεμέν, ενός μικρού χωριού στα βόρεια της Αιθιοπίας. Ακόμα και οι διάδρομοι έχουν γεμίσει με ασθενείς. Πέντε σκηνές επιπλέον έχουν στηθεί για να αντιμετωπιστεί η συνεχής προσέλευση ασθενών. Συνολικά, οι ασθενείς φτάνουν τους 100, σε ένα Κέντρο Υγείας που έχει κατασκευαστεί για να στεγάζει μόνο δέκα ασθενείς.

Σε όλο το χώρο βλέπει κανείς τα ίδια εξασθενημένα σώματα, τα ίδια σκοτεινά και ικετευτικά μάτια. Δεν ακούγεται κανένας ήχος, κανένα κλάμα. Όλοι υποφέρουν από την ίδια ασθένεια: Κάλα-Αζάρ.  Στις περισσότερες χώρες του κόσμου, αυτή η μολυσματική ασθένεια, που μεταδίδεται από το τσίμπημα του εντόμου φλεβοτόμος, έχει πλέον ξεχαστεί. Όσοι υποφέρουν από αυτήν και δεν καταφέρουν να θεραπευτούν, είναι καταδικασμένοι σε «θανατική ποινή» μέσα σε λιγότερο από ένα χρόνο.     

Ωστόσο, οι ασθενείς στην Αντίς Ζεμέν είναι τυχεροί. Πολλοί συγγενείς, γείτονες ή και φίλοι τους από τη γειτονική πόλη της Μπούρα, στα βορειοανατολικά της χώρας, δεν έλαβαν ποτέ καμία θεραπεία. Από το περασμένο φθινόπωρο, όταν ξέσπασε η επιδημία, εκατοντάδες πέθαναν μέσα στη σιωπή. Στη χειρότερη περίπτωση, πέθαιναν καθημερινά 200 με 300 άνθρωποι, εξηγεί ο Ταρέκα Αντούνε, ο αρχηγός αυτής της κοινότητας που αριθμεί περίπου 6.000 κατοίκους. Όμως μετά από περίπου έξι μήνες, από τότε που ξεκίνησε το κακό, στις αρχές Μαΐου, μια ομάδα των ΓΧΣ κατάφερε να προσδιορίσει την αιτία των αυξημένων θανάτων και να λειτουργήσει ένα προσωρινό θεραπευτικό Κέντρο στην Αντίς Ζεμέν.    

«Όταν φτάσαμε εδώ, επικρατούσε απόλυτη παραίτηση και η μόνη ελπίδα για θεραπεία είχε αφεθεί στα χέρια του ορθόδοξου αρχηγού που έραινε τους ασθενείς με αγιασμένο νερό», λέει ο Φερνάντο Παρένιο, γιατρός των ΓΧΣ. Ωστόσο, το Κάλα-Αζάρ, όπως και πολλές άλλες ασθένειες, δεν είναι απαραιτήτως θανατηφόρο. Δεν πρόκειται για μία άγνωστη ή μη θεραπεύσιμη ασθένεια. Για το στέλεχος που βρέθηκε στην Μπούρα, η υπάρχουσα θεραπεία είναι σχετικά εύκολη. Η τραγωδία που ζουν οι κάτοικοι αυτής της πόλης καθώς και άλλων περιοχών της Αιθιοπίας προκαλείται από την έλλειψη στοιχειώδους ιατρικής περίθαλψης. Στην περιοχή Φογκέρα, όπου παρεμβαίνουν οι ΓΧΣ, για έναν πληθυσμό περίπου 250.000 κατοίκων, υπάρχει μόνο ένα Κέντρο Υγείας χωρητικότητας μόλις 20 ασθενών, καθώς και περίπου δέκα Κέντρα Υγείας, που παρέχουν μόνο βασική ιατρική υποστήριξη. Κατά τη διάρκεια της εποχής των βροχών, από τον Ιούνιο ως το Σεπτέμβριο, η πρόσβαση στα περισσότερα Κέντρα Υγείας κόβεται εντελώς, ακριβώς τη χρονική στιγμή που η ελονοσία φτάνει τα υψηλότερα επίπεδα - δεδομένου ότι η ελονοσία αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου στη χώρα. Πολλές φορές αυτά τα Κέντρα Υγείας ξεμένουν από φάρμακα και οι ασθενείς απλά πεθαίνουν, γιατί δε λαμβάνουν την απαραίτητη ιατρική περίθαλψη.     

Με 75 εκατομμύρια κατοίκους, η Αιθιοπία είναι η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη χώρα της Αφρικής, όμως εδώ και δεκαετίες παραμένει ανάμεσα στις φτωχότερες χώρες της ηπείρου. Η αντίθεση ανάμεσα στην πρωτεύουσα, Αντίς Αμπέμπα, και τις αγροτικές περιοχές είναι τεράστια. Συγκρινόμενη με τα αφρικανικά πρότυπα, η Αντίς Αμπέμπα παρουσιάζεται ως μία υποδειγματική πόλη, μία μοντέρνα πρωτεύουσα. Αποτελεί πόλη φιλοξενίας της Αφρικανικής Ένωσης και των γραφείων των Ηνωμένων Εθνών στην Αφρική, ενώ το ολοκαίνουριο διεθνές αεροδρόμιό της δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει οποιοδήποτε αεροδρόμιο της Δύσης. Όμως αν ταξιδέψει κανείς στις αγροτικές περιοχές, όπου ζει και το 85% του πληθυσμού, θα είναι σα να βρίσκεται σε μίαν άλλη χώρα. Οι άντρες εξακολουθούν να καλλιεργούν τη γη όπως στους βιβλικούς χρόνους, χωρίς τα απαραίτητα μέσα, ενώ η επιβίωση των κατοίκων εξαρτάται αποκλειστικά από τις ιδιοτροπίες του καιρού. Αυτός ο πολυπληθής λαός φαίνεται ότι έχει αφεθεί χρόνια πίσω, έχει ξεχαστεί εντελώς, εκτεθειμένος στην επόμενη επιδημία του Κάλα-Αζάρ ή της ελονοσίας, στην επόμενη ξηρασία, στον επόμενο λοιμό. 
      
Στο Σουδάν η κρίση μαίνεται

Σε αντίθεση με την Αιθιοπία, τον τελευταίο χρόνο το γειτονικό Σουδάν βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος από τις δυτικές κυβερνήσεις και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η σύγκρουση στη δυτική περιοχή του Νταρφούρ ανάμεσα στους αντάρτες, τις κυβερνητικές δυνάμεις και παραστρατιωτικές ομάδες ήταν στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων το 2004 και ένας μεγάλος αριθμός πολιτικών επισκέφτηκαν την περιοχή για να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου στις τραγικές συνθήκες διαβίωσης των εσωτερικά εκτοπισμένων κατοίκων. Σαν αποτέλεσμα, τέθηκε σε εφαρμογή μία από τις μεγαλύτερες ανθρωπιστικές επιχειρήσεις. Ωστόσο ένα χρόνο μετά, η κατάσταση παραμένει στάσιμη και το Νταρφούρ βρίσκεται για άλλη μια φορά στο σκοτάδι. Στη χώρα, περισσότεροι από 2 εκατομμύρια εκτοπισμένοι εξακολουθούν να ζουν σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης.   

Όταν κοιτάζει κανείς τα αεροδρόμια στο Χαρτούμ και στη Νυάλα, την πρωτεύουσα του Νότιου Νταρφούρ, μπορεί να του δοθεί η εντύπωση πως το όνομα των εθνικών αερογραμμών είναι UN (το ακρωνύμιο των Ηνωμένων Εθνών στα αγγλικά). Αυτή η άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κινητοποίηση θα μπορούσε να σε κάνει να σκεφτείς, ότι πλέον έχει περάσει η κρίση. Κι όμως όλα αυτά δεν είναι παρά ένα ψέμα. Η σύγκρουση δεν έχει ακόμα σταματήσει. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες έχουν φτάσει σε αδιέξοδο, ενώ η παρουσία των στρατιωτών της Αφρικανικής  Ένωσης φαίνεται ότι δεν έχει επηρεάσει καμία από τις αντιμαχόμενες πλευρές, οι οποίες συστηματικά παραβιάζουν την ανακωχή. Οι πληθυσμοί που έχουν παραμείνει στις αγροτικές περιοχές είναι απομονωμένοι και δεν έχουν καμία πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη.      

Οι ανθρωπιστικές παρεμβάσεις, που αρχικά είχαν θεωρηθεί ως επείγουσες ανθρωπιστικές επιχειρήσεις, είναι πλέον συνεχείς. Από τα δύο εκατομμύρια των εκτοπισμένων, ούτε μία ψυχή δεν έχει καταφέρει να επιστρέψει σπίτι. Όλοι εξακολουθούν να ζουν σε καταυλισμούς στη μέση της ερήμου. Μερικοί από αυτούς τους καταυλισμούς φιλοξενούν περισσότερους από 150.000 ανθρώπους. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις προσπαθούν να βελτιώσουν τις εξαιρετικά δυσχερείς συνθήκες υγιεινής στους καταυλισμούς και να εμποδίσουν την εξάπλωση επιδημιών, ενώ οι εκτοπισμένοι εξαρτώνται αποκλειστικά από την εξωτερική παροχή βοήθειας για να επιβιώσουν. Ένα χρόνο μετά, τίποτα δεν έχει αλλάξει στο Ντραφούρ. Και καμία διέξοδος δε φαίνεται στον ορίζοντα.     

ΛΕΞΕΙΣ-ΚΛΕΙΔΙΑ

ΔΡΑΣΕΙΣ