fbpx Οι Ροχίνγκια στο Μπαγκλαντές: Φωνές μέσα από τη βία | msf.gr
prev
next

Languages

You are here

Οι Ροχίνγκια στο Μπαγκλαντές: Φωνές μέσα από τη βία

Εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στη Μιανμάρ, εν μέσω γενικευμένης βίας, κουβαλώντας μαζί τους μνήμες θλιβερές και ιστορίες τρομακτικές.

Antonio Faccilongo

Από τις 25 Αυγούστου πάνω από 600.000 πρόσφυγες Ροχίνγκια πέρασαν τα σύνορα, αναζητώντας καταφύγιο στο Μπαγκλαντές. «Δεν είμαι ζωντανή και ας φαίνομαι ότι είμαι». Είναι τα λόγια μιας από τις πολλές γυναίκες που αφηγούνται τις συγκλονιστικές ιστορίες τους στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.

Οι πρόσφυγες Ροχίνγκια στο Μπανγκλαντές αγγίζουν πλέον το ένα εκατομμύριο. Μόνο τις τρεις πρώτες εβδομάδες, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα περιθάλψαμε περισσότερους από 250 νεοαφιχθέντες ασθενείς με τραύματα από σφαίρες, σοβαρά εγκαύματα, τραύματα από εκρήξεις, από μαχαίρι και σεξουαλική βία.

 

30.000 ασθενείς σε έξι εβδομάδες

Οι κλινικές και τα νοσοκομεία των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην επαρχία Cox’s Bazar έχουν καταγράψει ραγδαία αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που ζητούν ιατρική φροντίδα.

Από τις 25 Αυγούστου μέχρι τις 7 Οκτωβρίου, οι ομάδες μας έχουν περιθάλψει περισσότερους από 30.000 ασθενείς.

Έχοντας πολύ περιορισμένη πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα στη Μιανμάρ, και μετά από ένα μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι με τα πόδια στο Μπαγκλαντές, πολλοί από όσους φτάνουν έχουν σοβαρές ιατρικές ανάγκες, όπως μολυσμένα τραύματα, οξεία διάρροια, πνευμονία, υποσιτισμό, πιθανή ιλαρά ή σοβαρές επιπλοκές εγκυμοσύνης.

Εγκαταλείποντας τη Μιανμάρ οι Ροχίνγκια πήραν μαζί τους αναμνήσεις σκληρές γεμάτες βία, αίμα και απέραντο φόβο. Οι περισσότεροι είδαν τα σπίτια τους να λεηλατούνται και να πυρπολούνται και μέλη της οικογένειάς τους να σκοτώνονται με τον πιο άγριο τρόπο. Οι μαρτυρίες τους σοκάρουν…

 

 

 

«Δεν είμαι ζωντανή κι ας φαίνεται ότι είμαι»

Έχασε τα έξι της παιδιά, τον σύζυγο και τον πατέρα της μέσα σε σκηνικά απίστευτης βιαιότητας. Κρύφτηκε στο δάσος και από κει μπήκε σε μια βάρκα για το Μπαγκλαντές. Όταν έφευγε, πήρα ένα μωρό που είχε το μέγεθος του δικού της. Νόμιζε ότι ήταν το δικό της. Μετά από λίγο συνειδητοποίησε ότι ήταν ένα άλλο νεκρό μωρό. Είναι μια γυναίκα ασθενής από το Maungdaw που έλαβε περίθαλψη από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Δηλώνει ζωντανή νεκρή.

«Το απόγευμα της 30ης Αυγούστου ο στρατός ήρθε στο χωριό μας. Ο πρόεδρος του χωριού μάς είπε να μην φύγουμε και ότι ο στρατός είχε έρθει απλώς να ερευνήσει για την Al Yaqin [η προηγούμενη ονομασία του Απελευθερωτικού Στρατού Άρακαν Ροχίνγκια, γνωστού ως ARSA (Arakan Rohingya Salvation Army)]. "Δεν θα σας πειράξουν αν συγκεντρωθείτε όλοι σε ένα μέρος και συνεργαστείτε με τις αρχές" είπε. Τον πιστέψαμε και πήγαμε όλοι δίπλα στο κανάλι, γυναίκες, άντρες, παιδιά και γέροι.

»Οι στρατιώτες ήταν εκατοντάδες. Διάλεξαν πρώτα άντρες από το πλήθος και τους είπαν να ξαπλώσουν δίπλα στο κανάλι, με το πρόσωπο στο έδαφος. Τα σώματά τους ήταν στο νερό. Ύστερα οι στρατιώτες τούς μαχαίρωσαν στην πλάτη πολλές φορές. Είδα με τα ίδια μου τα μάτια να σκοτώνουν τον άντρα μου. Ήταν αγρότης, τίποτα περισσότερο. Έκαψαν όλα τα πτώματα μαζί.

»Μερικοί νέοι στο πλήθος, όταν είδαν τη σφαγή, προσπάθησαν να το σκάσουν. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να καταλήξουν στο νεκροταφείο του χωριού. Τους πυροβόλησαν από πίσω. Ο γιος μου και ο ανιψιός μου, δώδεκα ετών και οι δύο, ήταν εκεί. Σκοτώθηκαν και αυτοί. Σκότωσαν επίσης τον πατέρα μου.

» Έπειτα οι στρατιώτες πήραν ομάδες γυναικών στα σπίτια, όπου τις μαχαίρωσαν και τις χτύπησαν. Μερικές πέθαναν. Ένας στρατιώτης με κάρφωσε στον λαιμό και το σαγόνι. Ένας άλλος με χτύπησε στο χέρι, δεν θυμάμαι με τι, και μου το έσπασε. Με κάποιον τρόπο κατάφερα να βγω από το σπίτι και μπήκα στη ζούγκλα. Ύστερα οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στο σπίτι.

»Τη νύχτα οι στρατιώτες έφυγαν, κι εγώ μπήκα μέσα στο δάσος. Εκεί βρήκα τέσσερις γυναίκες από το χωριό μου. Ήταν κι αυτές τραυματισμένες κι αιμορραγούσαν. Αφού περπατήσαμε μαζί για τρεις μέρες, μπήκαμε σε μια βάρκα για το Μπαγκλαντές. Δεν μπορώ να θυμηθώ την ημερομηνία, όλα είναι θολά.

»Έχασα τα έξι παιδιά μου, τρία αγόρια και τρία κορίτσια. Το μικρότερο ήταν τριών μηνών. Όταν έφευγα, πήρα ένα μωρό που είχε το μέγεθος του δικού μου. Νόμιζα ότι ήταν το δικό μου. Μετά από λίγο συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν το μωρό μου, ήταν ένα άλλο νεκρό μωρό. Η κοιλιά του ήταν ανοιγμένη.

»Δύο βδομάδες νωρίτερα, ο στρατός μαζί με τον πρόεδρο του χωριού έψαχναν για μέλη του ARSA. Δεν βρήκαν κανέναν όμως. Την προηγούμενη μέρα, έφυγαν όλοι από τη χώρα και πήγαν στο Μπανγκλαντές. Είχαν μετακινήσει τις οικογένειές τους από πριν. Νομίζαμε ότι δεν θα είχαμε προβλήματα.

»Τα βάσανά μου οφείλονται στην Al Yaqin. Δεν μπορούν να κάνουν τίποτα καλό για μας. Έχασα τον άντρα μου και έξι παιδιά, δεν μου έχει απομείνει τίποτα. Δεν είμαι ζωντανή, κι ας φαίνεται ότι είμαι».

 

 

«Χτύπησαν το μωρό μου στο κεφάλι και πέθανε»

«Ο στρατός μάς επιτέθηκε την Τετάρτη [30 Αυγούστου], ήταν πάνω από 150 άντρες. Προηγουμένως ο πρόεδρος του χωριού μάς είχε πει να συγκεντρωθούμε στις αμμώδεις όχθες του καναλιού στο χωριό. Συγκεντρωθήκαμε όλοι εκεί. Ήταν οπλισμένοι, οπότε δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα. Έπειτα άρχισαν να σκοτώνουν τους άντρες μπροστά μας. Έβαλαν τα πτώματα σε ένα χαντάκι και τα έκαψαν.

»Ύστερα οι στρατιώτες πήραν ομάδες γυναικών μέσα στα σπίτια και μας μαχαίρωσαν με ματσέτες. Ένας στρατιώτης με μαχαίρωσε πολύ κοντά στο αιδοίο. Ένας άλλος με κάρφωσε στον λαιμό. Κρατούσα το 28 ημερών μωρό μου στα γόνατά μου. Χτύπησαν το μωρό μου με κάτι βαρύ στο κεφάλι και πέθανε. Είδα το κρανίο του να ανοίγει και να βγαίνουν έξω τα μυαλά του.

»Είμαι χαρούμενη που κατάφερα να φτάσω εδώ, δεν ξέρω όμως πού θα πάω όταν με αφήσουν ελεύθερη. Δεν έχω τίποτα εδώ, μόνο τα ρούχα στην πλάτη μου. Δεν ξέρω κανέναν, και το μωρό μου είναι νεκρό. Προσπαθώ να μην το σκέφτομαι, αλλά μου είναι αβάσταχτο» αφηγείται 25χρονη που φέρει τραύματα στο λαιμό και τη μέση.

 

 

 

«Ήμασταν 22 μέλη στην οικογένεια και μείναμε τρεις»

«Η οικογένειά μου είχε 22 μέλη. Τα 19 έχουν δολοφονηθεί, μεταξύ αυτών και μικρά παιδιά. Μόνο τρεις έχουμε επιζήσει: ένας αδελφός και μία αδελφή μου κι εγώ. Όταν οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στα σπίτια, νόμιζα ότι σκοτώθηκαν όλα τα μέλη της οικογένειάς μου. Έκλαψα πολύ. Είχαμε σκεφτεί να αντισταθούμε στους στρατιώτες, αλλά ήταν πολλοί και δεν είχαμε όπλα, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να πεθάνουμε μπροστά τους.

» Έκλαιγα σε όλο τον δρόμο για το Μπαγκλαντές. Πέντε μέρες μετά έμαθα ότι η αδελφή μου είναι ζωντανή. Κατάφερε να φτάσει στο Μπαγκλαντές και μπήκε στο νοσοκομείο. Τη βρήκα εδώ» λέει ο αδελφός 18χρονης ασθενούς που εισήχθη στην κλινική των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στο Kutupalong με τραύματα από μαχαίρι και εγκαύματα.

 

 

«Άκουσα τον γιο μου να ουρλιάζει μέσα στις φλόγες»

Ο 25χρονος νοσηλεύεται με εγκαύματα σε ποσοστό 50%. Η μητέρα του τον έσωσε τραβώντας τον έξω από το φλεγόμενο σπίτι τους. «Στις 21 Αυγούστου, περίπου τριάντα στρατιώτες ήρθαν κι έκαψαν το σπίτι μας, καθώς και άλλα εννιά σπίτια. Ο γιος μου κοιμόταν μέσα στο σπίτι. Ήμουν έξω κι έψαχνα δύο από τα ζώα μου που έλειπαν από την προηγούμενη μέρα. Ήταν πρωί. Όταν γύρισα, είδα φλόγες στα άλλα σπίτια κι ύστερα συνειδητοποίησα ότι καιγόταν και η στέγη του δικού μου σπιτιού. Άκουσα τον γιο μου να ουρλιάζει από μέσα και τον έσωσα με μια κουβέρτα. Σχεδόν καιγόταν όταν τον τράβηξα έξω. Δύο άλλα παιδιά κάηκαν μέσα στα σπίτια τους» αφηγείται η μητέρα του.

 

 

«Με μαχαίρωσαν δύο φορές στο κεφάλι»

Είναι μόλις 18 χρονών από το Maungdaw και σοβαρά τραυματισμένη με μαχαίρι και εκτεταμένα εγκαύματα. «Ο στρατός ήρθε στις 28 Αυγούστου το πρωί. Μας μάζεψαν όλους στην όχθη του καναλιού, του Phurma khal. Πρώτα οι στρατιώτες άρχισαν να σκοτώνουν τους άντρες, χτυπώντας, πυροβολώντας και μαχαιρώνοντάς τους. Ύστερα πήραν τις γυναίκες και τα παιδιά σε ομάδες σε διάφορα σπίτια μέσα στο χωριό.

»Με έβαλαν σε ένα σπίτι μαζί με άλλες επτά. Εκεί, με μαχαίρωσαν δύο φορές στο κεφάλι και με χτύπησαν άσχημα. Όταν νύχτωσε, οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στο σπίτι. Ήμουν πεσμένη στο πάτωμα και δεν μπορούσα να κουνηθώ. Όταν όμως άρχισαν να πέφτουν πάνω μου κομμάτια της στέγης που καιγόταν, σύρθηκα έξω από το σπίτι και κρύφτηκα στη ζούγκλα. Εκεί βρήκα άλλες τρεις γυναίκες από το χωριό και ήρθαμε μαζί στο Μπαγκλαντές. Κάποιοι Μπαγκλαντεσιανοί με έφεραν σε αυτή την κλινική».

 

 

«Είδαμε πολλά πτώματα και η μυρωδιά ήταν φρικτή»

Ο 61χρονος από το Buthidaung, με μεγάλους όγκους στην πλάτη και τον λαιμό του έφυγε από τη Μιανμάρ για το Μπαγκλαντές με τεράστια δυσκολία λόγω του σοβαρού προβλήματος υγείας που αντιμετωπίζει. Οι αγριότητες που είδε σε όλη τη διαδρομή τον έχουν στοιχειώσει.

«Στη Μιανμάρ πήγα κάποτε στο νοσοκομείο για τους όγκους στην πλάτη και τον λαιμό μου, όμως δεν με βοήθησαν επειδή δεν μπορούσα να πληρώσω. Πονάω, αλλά δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι' αυτό. Ήρθα στο Μπαγκλαντές με τις έξι κόρες και τη γυναίκα μου πριν από τρεις μέρες. Είμαι μεγάλος και η υγεία μου δεν είναι πολύ καλή. Δυσκολεύομαι όταν περπατάω επειδή το αριστερό μου πόδι πονάει, έτσι μας πήρε αρκετά να φτάσουμε εδώ.

»Στο χωριό μου υπάρχουν τρία στρατιωτικά φυλάκια, ένα στα ανατολικά και δύο στα δυτικά. Μετρούσα τις μέρες. Δεκαέξι μέρες πριν φύγω, άρχισαν να σκοτώνουν ανθρώπους και να καίνε σπίτια στο άλλο τμήμα της πόλης. Στόχος του στρατού ήταν οι νέοι, αγόρια και κορίτσια. Δύο μέρες πριν φύγουμε, είδα με τα ίδια μου τα μάτια να σκοτώνουν δύο αγόρια. Έκοψαν τον λαιμό τους.

»Μία μέρα πριν φύγουμε, ο στρατός ήρθε στην περιοχή μας γύρω στις 6 το απόγευμα και είπε: "Πρέπει να έχετε φύγει από το χωριό μέχρι τις 8 αύριο το πρωί. Όσοι μείνουν θα εκτελεστούν".

»Φύγαμε το ίδιο βράδυ. Ήδη είχαν καεί πολλά σπίτια στο χωριό μας. Για να έρθουμε εδώ, έπρεπε να περάσουμε πολλούς λόφους και να διασχίσουμε το ποτάμι. Μου ήταν πολύ δύσκολο να περπατήσω, πονούσα πολύ. Δεν φάγαμε ούτε ήπιαμε κάτι, πεινούσα πολύ. Είδαμε πολλά πτώματα στη διαδρομή και η μυρωδιά ήταν φρικτή.

»Τώρα μένω στο σπίτι κάποιου άλλου. Η γυναίκα μου και μία από τις κόρες μου είναι εδώ, ενώ οι άλλες κόρες μου μένουν σε σπίτια άλλων. Γνωρίζω τον ιδιοκτήτη αυτού του σπιτιού εδώ και είκοσι χρόνια και ήξερα ότι ζει εδώ, έτσι ρώτησα και τον βρήκα. Είμαι ευγνώμων που μπορώ να μείνω εδώ. Μου είπε όμως ότι δεν μπορεί να συνεχίσει να μου προσφέρει φαγητό και στέγη.

»Είναι πολύ δύσκολο, δεν μπορώ να δουλέψω επειδή δεν μπορώ να περπατήσω. Θα ζητιάνευα στον δρόμο όπως οι άλλοι, αν μπορούσα. Δεν ξέρω τι να κάνω. Δεν ξέρω ούτε πού να βρω μουσαμά ή μπαμπού. Πώς να χτίσω ένα σπίτι χωρίς τίποτα;»

 

 

«Διαλέγουν τα όμορφα κορίτσια και τα βιάζουν»

«Κάθε τόσο ερχόταν ο στρατός. "Ανήκετε στην Al Yaqin, δείξτε μας πού είναι οι κακοί άνθρωποι" μας έλεγαν. Δεν ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Οι άντρες είχαν φύγει, και είχαν μείνει μόνες τους οι γυναίκες με τα παιδιά στο σπίτι. Διαλέγουν τα όμορφα κορίτσια και τα βιάζουν, ενώ μερικά τα παίρνουν και στο στρατόπεδο. Χτες έφτασαν μερικές γυναίκες που βιάστηκαν από στρατιώτες. Οι στρατιώτες κάνουν βανδαλισμούς στα σπίτια, σφάζουν τις αγελάδες και τις κατσίκες και καταστρέφουν τις καλλιέργειές μας» αφηγείται μία τετραμελής οικογένεια από το Maungdaw.

 

 

 

Οι Ροχίνγκια μέσα από τα μάτια των Γιατρών Χωρίς Σύνορα

Για σπαρακτική κατάσταση κάνουν λόγο μέλη της οργάνωσης που βρίσκονται κοντά στους πρόσφυγες Ροχίνγκια και τους περιθάλπουν στο Μπαγκλαντές. Έχουν ακούσει ιστορίες τρομακτικές που καθρεφτίζονται στα μάτια όσων κατάφεραν να επιζήσουν από την κόλαση της Μιανμάρ.

«Οι άνθρωποι φτάνουν σε τραγική κατάσταση. Κάποιοι από αυτούς είπαν ότι οι στρατιώτες τούς έκλεισαν σε σπίτια στα οποία έβαλαν φωτιά. Περιθάλψαμε ασυνόδευτα παιδιά που είχαν χάσει την οικογένειά τους. Μια γυναίκα έφερε ένα μικροσκοπικό νεογνό που το βρήκε στο χορτάρι στα σύνορα. Τώρα φροντίζει κι αυτό πέρα από τα δικά της παιδιά. Περιθάλψαμε ένα κορίτσι με τραύμα στο κεφάλι· μία ώρα αργότερα, δεχτήκαμε τη μητέρα της με σοβαρά εγκαύματα. Είπαν ότι ήταν οι μόνες που είχαν επιζήσει από την οικογένειά τους» λέει ο Konstantin Hanke από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.

«Έχω ακούσει τις πιο τρομακτικές ιστορίες από γυναίκες που έχασαν τους άντρες τους προσπαθώντας να έρθουν εδώ. Περπατούν για μέρες με τα μικρά παιδιά τους, σε πολυσύχναστους δρόμους με αυτοκίνητα να έρχονται και από τις δύο κατευθύνσεις. Κάποια παιδιά έχουν χτυπηθεί και σκοτωθεί από αυτοκίνητα. Μέσα σε μια στιγμή, το ασφαλές μέλλον που προσπαθούσαν να χτίσουν για την οικογένειά τους χάθηκε. Αυτό είναι τραγωδία σε ατομικό επίπεδο. Πολλαπλασιάστε μια τέτοια ιστορία επί 500.000 και θα αρχίσετε να καταλαβαίνετε πόσο σπαρακτική είναι η κατάσταση αυτή» λέει η Κate White, συντονίστρια επείγουσας ιατρικής παρέμβασης.

«Πρόσφατα ένας ντόπιος εθελοντής έφερε ένα κορίτσι που βρήκε στον δρόμο. Δεν μιλούσε, την είχαν χτυπήσει άσχημα και είχε σοβαρά τραύματα. Δεν ξέραμε το όνομά της ή κάποιο άλλο στοιχείο. Απλώς καθόμασταν πλάι της όλη μέρα, και σιγά-σιγά άρχισε να βελτιώνεται η κατάστασή της. Μερικές φορές το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι απλώς να καθόμαστε πλάι σε κάποιον, να προσφέρουμε νερό, ανακούφιση και φροντίδα σε ένα ασφαλές μέρος και να περιμένουμε να αρχίσει να γίνεται ξανά ο εαυτός του» αφηγείται η Δρ Cindy Scott, υπεύθυνη ψυχικής υγείας των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

 

 

Επείγουσα ανάγκη για ουσιαστική παρέμβαση

Ακόμη και πριν από αυτή την τελευταία εισροή, οι Ροχίνγκια στο Μπαγκλαντές ζούσαν σε ιδιαίτερα επισφαλείς συνθήκες.

Τώρα, οι τεράστιοι αυτοσχέδιοι οικισμοί είναι υπερπλήρεις, καθώς οι άνθρωποι ζουν σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές συνθήκες, σχεδόν απροστάτευτοι απέναντι στα στοιχεία της φύσης, χωρίς τουαλέτες και σχεδόν χωρίς πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό.

Οι εξαιρετικά επισφαλείς συνθήκες θέτουν έναν σοβαρό κίνδυνο υγείας: αν εμφανιστεί μια επιδημία, οι συνέπειες μπορεί είναι καταστροφικές.

Η πρόσβαση σε φαγητό παραμένει σημαντικό πρόβλημα, καθώς πολλοί Ροχίνγκια τρώνε μόνο ένα γεύμα ρυζιού τη μέρα, ενώ η απουσία δρόμων προς τους οικισμούς έχει ως αποτέλεσμα να μην φτάνει η βοήθεια σε πολλούς ανθρώπους.

 

Έκκληση για πρόσβαση στη Μιανμάρ χωρίς περιορισμούς

Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα εργαζόμαστε στην πολιτεία Rakhine της Μιανμάρ τα τελευταία 25 χρόνια, αυτή τη στιγμή όμως δεν έχουμε πρόσβαση στους Ροχίνγκια για να τους προσφέρουμε την επείγουσα ιατρική φροντίδα που χρειάζονται.

Τον Σεπτέμβριο απευθύναμε έκκληση στην κυβέρνηση της Μιανμάρ να επιτρέψει στις ανεξάρτητες διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις την άμεση και χωρίς περιορισμούς πρόσβαση στο βόρειο τμήμα της πολιτείας Rakhine, προκειμένου να ανακουφιστούν οι τεράστιες ανθρωπιστικές ανάγκες.

Η δυνατότητα πρόσβασης στους Ροχίνγκια στην πολιτεία Rakhine και υποστήριξής τους έχει περιοριστεί περισσότερο από τότε, ενώ οι πρόσφυγες συνεχίζουν να περνούν στο Μπαγκλαντές αναφέροντας συνεχιζόμενες βιαιοπραγίες.