fbpx H Συρία που άφησα πίσω μου: Όταν βομβάρδισαν το χωριό μου | msf.gr
prev
next

Languages

  • English
  • Ελληνικά

You are here

H Συρία που άφησα πίσω μου: Όταν βομβάρδισαν το χωριό μου

Οι αεροπορικές επιθέσεις και οι συγκρούσεις συνθέτουν το σκηνικό της καθημερινότητας στη Συρία.

Οι αεροπορικές επιθέσεις και οι συγκρούσεις συνθέτουν το σκηνικό της καθημερινότητας στη Συρία
Επιτίθενται εναντίον αμάχων. Στοχοποιούν σχολεία, αμάχους που περιμένουν στην ουρά έξω από φούρνους και τζαμιά.

Η Άλια Μόσα ξαπλώνει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου στη βόρεια Συρία. Έχει επιδέσμους στα πόδια της. Είναι θυμωμένη, απελπισμένη και θέλει απεγνωσμένα να πει την ιστορία της. «Ήταν πέντε το πρωί», λέει. «Εκτόξευσαν πυραύλους και το σπίτι μου καταστράφηκε ολοσχερώς. Τέσσερα από τα παιδιά μου σκοτώθηκαν και εγώ τραυματίστηκα. Μία από τις κόρες μου και ο σύζυγός μου επέζησαν». Η Άλια ορκίζεται πως δεν θα επιστρέψει ποτέ στο Χαλέπι, την πόλη όπου ζούσε μέχρι πριν λίγο καιρό. Θέλει να μάθει ο κόσμος για τις εναέριες επιθέσεις που συνέτριψαν την οικογένειά της, αλλά δεν θέλει να φωτογραφηθεί και φοβάται μην αποκαλυφθεί η ταυτότητά της.

Ιστορίες όπως αυτή είναι πολύ συνηθισμένες στο νοσοκομείο που λειτουργούν οι MSF σε μια περιοχή που βρίσκεται υπό τον έλεγχο της αντιπολίτευσης στην επαρχία του Χαλεπίου. Στις πτέρυγες, τραυματισμένοι άμαχοι ξαπλώνουν δίπλα σε μαχητές δίνοντας μια εικόνα της κατάστασης που επικρατεί και εκτός του νοσοκομείου, όπου άνθρωποι όλων των κοινωνικών στρωμάτων είναι θύματα του πολέμου».

Απέναντι από την πτέρυγα όπου νοσηλεύεται η Άλια, μια ηλικιωμένη γυναίκα αναρρώνει από χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβλήθηκε αφού την πυροβόλησαν στο στομάχι ενώ περνούσε το δρόμο. «Ήμουν στο Χαλέπι», λέει η Νόρα Αλτζασέμ. «Μαίνονταν συγκρούσεις. Με πυροβόλησαν ενώ ήμουν στο δρόμο».

Το σύστημα υγείας στη βόρεια Συρία άρχισε να καταρρέει μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, και είναι πολύ δύσκολο πλέον να λάβεις ιατρική περίθαλψη. Έγκυες που πριν γεννούσαν σε νοσοκομεία τώρα γεννούν στο σπίτι, συχνά πρόωρα λόγω της μεγάλης πίεσης που βιώνουν εξαιτίας του πολέμου. Ασθενείς με χρόνιες ασθένειες, όπως διαβήτη και υπέρταση, είναι σχεδόν αδύνατο να βρουν τα φάρμακα ή την περίθαλψη που χρειάζονται. Είναι τα σιωπηλά θύματα των συγκρούσεων στη Συρία.

Η λέξη που ακούς πιο συχνά στην περιοχή που πλήττεται καθημερινά από βομβαρδισμούς και συγκρούσεις είναι «ταγιάρα» (που σημαίνει αεροπλάνο στα Αραβικά). Περίπου 4.25 εκατομμύρια Σύροι έχουν εγκαταλείψει τις εστίες από τότε που άρχισε ο πόλεμος, περισσότερο από δυο χρόνια. Στην επαρχία του Χαλεπίου, κατά μήκος των συνόρων με την Τουρκία, 10.000 Σύροι ζουν σε καταυλισμό περιμένοντας ευκαιρία να περάσουν στην Τουρκία. Σε μια από τις σκηνές, μια ομάδα Σύρων συζητά για το μέλλον τρώγοντας φακές και ομελέτα.

«Ίσως μπορούμε να ξεκουραστούμε λίγο στην Τουρκία», λέει ο Μουσταφά, βουτώντας μια πράσινη πιπεριά στη σαλάτα. «Θα είναι καλύτερα από εδώ, καμία αμφιβολία. Εδώ η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη». Γυρίζει προς τη γειτόνισσά του ρωτώντας «Τι πιστεύετε κυρία;»

«Ας γίνει το θέλημα του Θεού», απαντά η γυναίκα.

«Αλλά δεν νομίζεις ότι στην Τουρκία θα είναι καλύτερα από εδώ;» ρωτάει ο Μουσταφά

«Σίγουρα θα είναι καλύτερα»

Δίπλα τους στέκεται σιωπηλός ο Μουχάμαντ και καπνίζει. Έφτασε στον καταυλισμό αφού έφυγε από το Χαλέπι μετά από εναέριο βομβαρδισμό που κατέστρεψε το σχολείο των παιδιών του και το σπίτι των γειτόνων του. «Όταν βγήκα έξω, υπήρχε πολλή σκόνη και δεν μπορούσα να δω τίποτα», λέει ο Μοχάμεντ. «Πήγα να ψάξω τα παιδιά μου. Όταν διαλύθηκε το σύννεφο σκόνης , τα βρήκαμε και τα πήραμε από εκεί.», προσθέτει με έμφαση. «Επιτίθενται εναντίον αμάχων. Στοχοποιούν σχολεία, αμάχους που περιμένουν στην ουρά έξω από φούρνους και τζαμιά».

Το πραγματικό του όνομα δεν είναι Μουχάμαντ. Κι ενώ δεν τον πειράζει να φωτογραφηθεί, προτιμά να μην αποκαλύψει το όνομά του. Ζει μέσα στην αγωνία πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, 20 χρόνια τώρα. Ζει μέσα στο φόβο από το 1993. «Μιλούσα σε κάποιους φίλους για πολιτική», λέει ο Μουχάμαντ. «Αναφέρθηκαν τα όσα είπα κατά τη διάρκεια της συζήτησης και φυλακίστηκα για 11 χρόνια». Τελικά αφέθηκα ελεύθερος το 2004. «Έντεκα χρόνια», επαναλαμβάνει ο Μουχάμαντ. «Πέρασαν έντεκα χρόνια χωρίς να δω την οικογένειά μου επειδή η κυβέρνηση δεν μου το επέτρεπε. Έντεκα χρόνια για κάποιες κουβέντες μόνο».